Mε τον φασισμό και το ναζισμό δεν ανοίγεις διάλογο, τον καταστρέφεις. Αυτό μάλιστα φαντάζει πιο επίκαιρο από ποτέ στις μέρες μας, καθώς αυτού του είδους η ιδεολογία βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να διαδώσει τις ιδέες της και να βρει ευήκοα ώτα σε πολίτες αγανακτισμένους και απελπισμένους που το μόνο που ζητούν, είναι κάποιος να κάνει απλά την “βρώμικη” δουλειά εξ ονόματός τους.
Αφιέρωμα sport24.gr.
Κάνοντας ένα φλας μπακ και γυρίζοντας αρκετές δεκαετίες πίσω, όταν επωάστηκε το αυγό του φιδιού και ο ναζισμός άπλωσε τα πλοκάμια του παντού, δείχνοντας το σκληρότερο πρόσωπό του σε ολόκληρο τον κόσμο, υπήρξαν και αυτοί που μπήκαν ανάχωμα. Μικρές και μεγάλες ιστορίες που φανερώνουν ότι δεν υποτάχθηκαν και δεν έσκυψαν όλοι το κεφάλι, ακόμα και αν χρειαζόταν να το πληρώσουν ακριβά.
Σαν σήμερα πριν 73 χρόνια (9/8/1942), μια ουκρανική ομάδα έδειξε πως δεν συμβιβάζεται, δεν φοβάται, δεν κάνει πίσω και δεν καταλαβαίνει από τις απειλές και την δήθεν υπερήφανη “Αρία Φυλή”. Ήταν η μέρα που ξεφτίλισε την πλέον αρρωστημένη, μισάνθρωπη και χυδαία ιδεολογία που υπήρξε ποτέ, κάνοντας τον Αδόλφο Χίτλερ να αφρίσει από το κακό του και να καταλάβει πως δεν ήταν διατεθειμένοι όλοι να φοβηθούν και να λυγίσουν.
Το Sport24.gr γυρίζει την κλεψύδρα ανάποδα και θυμίζει τι συνέβη εκείνη την ημέρα, όταν μια ποδοσφαιρική μάχη κατέδειξε το ανθρώπινο μεγαλείο ψυχής μιας ομάδας ανθρώπων από οκτώ παίκτες της Ντιναμό Κιέβου και τρεις της Λοκομοτίβ Κιέβπυ που ξεφτίλισε την “ανώτερη” γερμανική φυλή. Ήταν η ρεβάνς του επικού 5-1 της Football Club Start απέναντι στην Flakelf, μία ομάδα από πιλότους της “Luftwaffe”, που έμεινε στην ιστορία ως “Ο Αγώνας του Θανάτου”.
Τον Σεπτέμβριο του 1941 και ενώ ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε προκαλέσει ανυπολόγιστη ζημιά, οι δυνάμεις του Χίτλερ μπόρεσαν να καταλάβουν το Κίεβο, ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Μέσα εκεί όμως υπήρχε η φωλιά της αντίστασης. Όχι μεγάλη, αρκετή όμως για να προκαλέσει μεγάλο πλήγμα στο ηθικό των ναζί και να στείλει μήνυμα προς πάσα κατεύθυνση. Ο Νικολάι Τρούσεβιτς, ένας Ουκρανός αρτοποιός, έμελλε να αποτελέσει τον πρωταγωνιστή μιας παραδειγματικής ιστορίας.
Είχε μπει σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Νταρνίτσα μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανούς που είχαν συλλάβει οι Γερμανοί και κατάφερε να σωθεί από τον Γκέοργκ Σβέτσοφ. Ο εν λόγω αποτελούσε συνεργάτη των ναζί, ήταν ένας άνθρωπος που δεν είχε πρόβλημα να κάνει πράξη τα θελήματά τους, προκειμένου να τυγχάνει της ευμένειάς τους, όμως ο Τρούσεβιτς του χρωστούσε πολλά, διότι εν πολλοίς του έσωσε τη ζωή.
Παρά τις προτροπές του αφεντικού του, λοιπόν, δεν ήθελε να αποτελέσει μέρος της ποδοσφαιρικής ομάδας του. Ο Τρούσεβιτς έπαιζε ως τερματοφύλακας στην τοπική Ντιναμό Κιέβου και συν τις άλλοις οι συμπολίτες του τον σέβονταν πάρα πολύ και σε καμία των περιπτώσεων δεν ήθελε να δώσει πάτημα στην Γκεστάπο να τον χρησιμοποιήσει ως όχημα προπαγάνδας. Για τους κατοίκους του Κιέβου θα ήταν μεγάλο πλήγμα και σε ένα βαθμό προδοσία, αν έπαιζε σε μια γερμανόφιλη ομάδα. Αποφάσισε όμως να φτιάξει μια δική του ομάδα, έχοντας στο μυαλό του σε ποια άτομα θα βασιζόταν, ούτως ώστε να την συγκροτήσει.
Έτσι, έκανε κάλεσμα σε παλαιούς συμπαίκτες στην Ντιναμό και σε κάποιους της Λοκομοτίβ Κιέβου. Ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο Μιχαήλ Πουτίστιν, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Γκοντσαρένκο και ο Ιβάν Κουζμένκο ήταν μεταξύ αυτών που είπαν “ναι” στον Τρούσεβιτς, καθώς και οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ. Το όνομα της ομάδας δεν θα μπορούσε να είναι “Ντιναμό”, καθώς παρέπεμπε στις αστυνομικές δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης απ’ όπου και προερχόταν ο σύλλογος, γι’ αυτό και πήρε το όνομα Football Club Start, δηλαδή “Αρχή”. Ο Τρούσεβιτς και οι συμπαίκτες του θα έκαναν μια νέα αρχή παίζοντας ποδόσφαιρο.
Toν Ιούνιο του 1942 ορίζεται η έναρξη του λεγόμενου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος Κιέβου, με τον πρώτο αγώνα να είναι αυτός μεταξύ της ομάδας του Σβέτσοφ και της Start. Για τον πρώτο αποτελούσε μεγάλο στοίχημα το ματς αυτό, διότι αν νικούσε, θα γινόταν πιο αρεστός στους ναζί. Οι παίκτες της Ρουχ ήταν κατάλληλα προετοιμασμένοι, είχαν πάρει άδειες από τις δουλειές τους, είχαν καλύτερο υλικό εξοπλισμό και έκαναν οργανωμένη προπόνηση. Στην αντίπερα όχθη, οι παίκτες της Start εκτός από τις μάλλινες φανέλες που κάπου είχαν βρει εγκαταλειμμένες, δεν είχαν τίποτα οργανωμένο, παρά μόνο το πάθος τους και το ταλέντο τους.
“Δεν έχουμε όπλα να τους πολεμήσουμε. Θα παίξουμε με τα χρώματα της σημαίας μας. Οι φασίστες θα καταλάβουν ότι αυτό το χρώμα είναι ανίκητο”, είχε πει ο Τρούσεβιτς στους συμπαίκτες του πριν το παιχνίδι και πράγματι έτσι ήταν.
Το τελικό 7-2 υπέρ της Start μαρτυράει το τι έγινε στο γήπεδο και ήταν απλά η αρχή. Ακολούθησαν οι νίκες επί μιας ομάδας Ούγγρων στρατιωτών (συνεργάτες των ναζί) με 6-2, μιας αντίστοιχης Ρουμάνων στρατιωτών (επίσης συνεργάτες) με 11-0 και μιας επίλεκτης του γερμανικού στρατού με 6-0. Όταν ο Τρούσεβιτς και οι συμπαίκτες του νίκησαν την γερμανική PGS, η ψυχολογία του λαού άλλαξε για τα καλά και ο Τύπος της χώρας, αν και ελεγχόταν από τους ναζί, αναγνώριζε τα ποδοσφαιρικά επιτεύγματα της Start.
Οι ναζί και ντόπιοι συνεργάτες είχαν αρχίσει να θορυβούνται από το γεγονός και ιδιαίτερα μετά την ήττα της ομάδας του γερμανικού στρατού. Γι’ αυτό και αποφάσισαν να ορίσουν αντίπαλο της Start μία ομάδα από πιλότους της “Luftwaffe”, την Flakelf, που ήταν η επίσημη ποδοσφαιρική εκπρόσωπος της γερμανικής αεροπορίας. Στις 6 Αυγούστου του 1942 έγινε ο μεταξύ τους αγώνας, ο οποίος αποδείχτηκε μεγάλο φιάσκο για το ναζιστικό κίνημα. Οι Ουκρανοί της Start ισοπέδωσαν τους αντιπάλους τους με σκορ 5-1. Η “Αρία Φυλή” είχε υποστεί μέγιστο πλήγμα και αυτό δεν θα μπορούσε να μείνει έτσι. Το χαστούκι στην (δήθεν) γερμανική υπεροχή ήταν πολύ ηχηρό και οι Γερμανοί απαιτούσαν εκδίκηση και μάλιστα άμεσα.
Η ρεβάνς προγραμματίστηκε για τις 9 Αυγούστου. Οι Γερμανοί μάλιστα, την ίδια ώρα ζητούν διπλασιασμό της παραγωγής του αρτοποιείου, με αποτέλεσμα στους παίκτες να μένει κάτι λιγότερο από τρεις ώρες τη μέρα για ύπνο. Αρχίζουν να απειλούν με εκτελέσεις και επιβάλλουν κλίμα τρομοκρατίας στους εργαζόμενους του αρτοποιείου, έχοντας σαφή στόχο να τρομάξουν τους ποδοσφαιριστές. Η σημασία που είχε αποκτήσει η αναμέτρηση, έκανε μαζική τη προσέλευση στο γήπεδο “Ζενίτ” του Κιέβου και τα φυλλάδια που τύπωσαν οι ναζί ανέφεραν τη λέξη “εκδίκηση” κάτω από την αναγγελία του ποδοσφαιρικού αγώνα. Ένα απλό χόμπι είχε μετατραπεί σε μέσο προπαγάνδας. Ήταν μετρ του είδους άλλωστε. Η γερμανική ομάδα εμφανίστηκε με επτά καινούργιους παίκτες, ενώ διαιτητής ανέλαβε ένας αξιωματικός των S.S.
Πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, εισήλθε στα αποδυτήρια της Start, λέγοντας πως “είμαι ο διαιτητής του σημερινού αγώνα. Ξέρω ότι είστε μια πολύ καλή ομάδα. Σας παρακαλώ ακολουθήστε τους κανόνες, μην παραβείτε κανέναν και πριν την έναρξη χαιρετίστε τους αντιπάλους σας με τον τρόπο το δικό μας”. Αυτός το είπε, οι Ουκρανοί όμως δεν ήταν διατεθειμένοι σε καμία των περιπτώσεων να φωνάξουν “Ηeil Hitler”, αλλά το δικό τους χαιρετισμό “Fizcult Hura”. Έβαλαν το χέρι στην καρδιά και έδειξαν στον κόσμο ότι παρά το ότι οι Γερμανοί ήθελαν πάση θυσία τη ρεβάνς, εκείνοι θα πάλευαν μέχρι τέλους. Στα αποδυτήρια, ο Τρούσεβιτς έκανε ομιλία στους παίκτες. Δεν θα το έβαζαν κάτω, ακόμα και αν χρειαζόταν να το πληρώσουν με την ίδια τους την ζωή.
Παίζουμε με κόκκινες φανέλες που δεν είναι το χρώμα της Ντιναμό ούτε της Λοκομοτίβ. Σας καλώ σήμερα όμως να παίξουμε για αυτό το χρώμα, που είναι το χρώμα της σημαίας μας της Σοβιετικής Ένωσης και να τους δείξουμε ότι αυτή η σημαία δεν χάνει ποτέ.
Στον αγώνα, οι ναζί επιστράτευσαν δύναμη και αντιαθλητικά μαρκαρίσματα, με τον Τρούσεβιτς μάλιστα να μένει αναίσθητος για μερικά λεπτά μετά έπειτα ένα χτύπημα εκτός φάσης. Τότε δέχτηκε και το πρώτο γκολ από τους Γερμανούς Οι κλωτσιές, οι αγκωνιές, τα κλαδέματα, τα τραβήγματα της φανέλας έδιναν και έπαιρναν, αλλά ο διαιτητής δεν… έβλεπε το παραμικρό. “Ξύλο, πολύ ξύλο. Σε κάθε επαφή με την μπάλα σε κάθε τρέξιμο μας κλωτσούσαν παντού. Νιώθαμε τα κόκαλα μας να πονάνε, έτοιμα να βγουν από τις κλειδώσεις τους”, έλεγε ο γιος του Μακάρ Γκοντσαρένκο, όπως του είχε εκμυστηρευτεί ο πατέρας του, ο οποίος κατάφερε να επιζήσει. Η Start “κεντούσε” στο χορτάρι και με τον Κουζμένκο να πετυχαίνει ένα θαυμάσιο γκολ, πήγε στα αποδυτήρια προηγούμενη με σκορ 3-1.
Στην ανάπαυλα, οι Ουκρανοί δέχθηκαν και δεύτερη γερμανική επίσκεψη, αυτή τη φορά από άνθρωπο των S.S. και τον Γκέοργκ Σβετσόφ. Ο Σβετσόφ παρότρυνε τον Τρούσεβιτς και τους υπόλοιπους να δώσουν το ματς και ο Γερμανός τους επεσήμανε να σκεφτούν τις συνέπειες, αν δεν ακολουθούσαν τις οδηγίες. “Εντάξει μπορείτε τώρα να τα παρατήσετε. Δείξατε σε όλους τι αξίζετε, αλλά μέχρι εδώ. Είστε φανταστική ομάδα με απίστευτες ικανότητες και μας έχετε εντυπωσιάσει όλους, αλλά όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορείτε να κερδίσετε. Δεν υπάρχει καμία τέτοια περίπτωση. Μέχρι εδώ. Σκεφτείτε τις συνέπειες των πράξεων σας”, τους είπε, θέλοντας να τους στείλει ξεκάθαρο μήνυμα. Δεν ήταν κανείς διατεθειμένος να κάνει πίσω και να υποταχθεί…
Στο δεύτερο ημίχρονο, η κάθε ομάδα πέτυχε από δυο τέρματα, το σκορ έγινε 5-3 για την Start και σε μια φάση ο αμυντικός, Αλεξέι Κλιμένκο, πήρε την μπάλα, κατέβηκε αλλάζοντας με απίστευτη ταχύτητα πάσες με τους συμπαίκτες του, προς την Γερμανική περιοχή και εκεί ξεφτίλισε ολόκληρη την ομάδα επίλεκτων της Βέρμαχτ. έφτασε μέχρι τη γραμμή και κοντοστάθηκε. Τότε, αντί να σκοράρει, έκανε μια στροφή και ξαναπέρασε τον τερματοφύλακα, ο οποίος ζαλίστηκε και πέφτει κάτω. Ο Κλιμένκο έφτασε στην γραμμή του άδειου τέρματος με χαμόγεο, γύρισε την πλάτη του και σούταρε προς το κέντρο του γηπέδου. Ο διαιτητής των S.S. σφύριξε πριν συμπληρωθούν τα ενενήντα λεπτά της αναμέτρησης, με τους Γερμανούς επισήμους να αποχωρούν από το γήπεδο, ενώ οι Ουκρανοί αγκαλιάστηκαν και έκλαιγαν στο κέντρο του γηπέδου. Έξω από το γήπεδο, οι Ουκρανοί πολίτες παραληρούσαν από χαρά και Γερμανοί για να τους αναχαιτίσουν, αμόλησαν τα λυκόσκυλα.
Σύμφωνα με την κομμουνιστική προπαγάνδα, οι ποδοσφαιριστές της Ντιναμό εκτελέστηκαν λίγο μετά το παιχνίδι, ωστόσο η πραγματικότητα δεν είναι αυτή ακριβώς, δίχως να σημαίνει πως δεν υπήρξε τραγική για τους ποδοσφαιριστές, που πλήρωσαν την ανυπακοή τους. Μια εβδομάδα μετά, το βράδυ της 16ης Αυγούστου όσοι παίκτες της Start συμμετείχαν στον αγώνα, συνελήφθησαν από τους Γερμανού, κατηγορούμενοι ότι συνεργάζονταν με τη Σοβιετική αστυνομία. Η κατάσταση χειροτέρεψε όταν ο Τρούσεβιτς και η παρέα του νίκησαν με 8-0 τη Ρουχ, την ομάδα του αφεντικού του Σβετσόφ. Ο Κορότκιχ πέθανε στη διάρκεια των βασανιστηρίων στα κρατητήρια της Γκεστάπο (μια άλλη εκδοχή τον θέλει να έχει ήδη συλληφθεί πριν τον αγώνα) και οι υπόλοιποι μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδα συγκέντρωσης του Σίρεζσκι, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Κίεβο. Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1943, οι περισσότεροι παίκτες εκτελέστηκαν ή πέθαναν από της κακουχίες, όπως οι Κουζμένκο, Κλιμένκο και Τρούσεβιτς.
Το 1971, έξω από το Στάδιο της Ζενίτ, όπου έγινε ο αγώνας, στήθηκε ένα τεράστιο μνημείο για τους 11 ήρωες. Δέκα χρόνια αργότερα το 1981, το Στάδιο μετονομάστηκε σε Start, ενώ γυρίστηκε και η ταινία με τον Σταλόνε, τον Πελέ, τον Αρντίλες και τον Κέιν “Η απόδραση των 11” που εμπνεύστηκε απ’ αυτή την ιστορία. “Ο Αγώνας του Θανάτου”, ήρθε στο φως της δημοσιότητας 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του, από ένα άρθρο Ουκρανού δημοσιογράφου σε εφημερίδα του Κιέβου. Το 2005, η Εισαγγελία του Αμβούργου έκλεισε την υπόθεση, με την ετυμηγορία να αναφέρει πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της Start δολοφονήθηκαν από τους ναζί εξαιτίας της νίκης τους.
Ο “Αγώνας του Θανάτου”, βραβεύτηκε τον Ιούνιο 2002, με το βραβείο Euro-Cominius (ευρωπαϊκό βραβείο για ιστορικά ντοκιμαντέρ). Στο ντοκιμαντέρ, που γυρίστηκε στην Ουκρανία και την Γερμανία, μιλούν θεατές του αγώνα και βετεράνοι ποδοσφαιριστές της εποχής, συγγενείς των παικτών της Start, καθώς και ιστορικο Περιέχει σπάνιες εικόνες αρχείου από το κατεχόμενο Κίεβο και στιγμιότυπα ποδοσφαιρικού αγώνα ανάμεσα σε Εβραίους κρατούμενους και τους Ναζί δεσμοφύλακες τους σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Το ντοκιμαντέρ για τον “Αγώνα του Θανάτου”: