Μάιος 2003. Στην κεντρική πλατεία του Μάιντς έξω από το ιστορικό κρατικό θέατρο της πόλης είχε συγκεντρωθεί πλήθος κόσμου, με την απογοήτευση να είναι εμφανής στο πρόσωπο των περισσοτέρων. Πράγμα λογικό, καθώς μόλις την προηγούμενη ημέρα είχαν δει την αγαπημένη τους Μάιντς να χάνει στο… τσακ την άνοδο στη Bundelsiga για πρώτη φορά στην ιστορία της ενώ στο ίδιο ακριβώς έργο θεατές είχαν βρεθεί και την αμέσως προηγούμενη σεζόν.
Με το όνειρο της ανόδου να ξεθωριάζει την τελευταία αγωνιστική επί δύο συνεχόμενες σεζόν ελάχιστοι ήταν εκείνοι που πίστευαν τότε πως θα υπήρχε και τρίτη ευκαιρία όμως εκείνη τη στιγμή ο Γιούργκεν Κλοπ δεν δείλιασε, πήρε το μικρόφωνο και απευθυνόμενος σε 15.000 οπαδούς, είπε:
“Σκεφτόμουν αυτό που έγινε χθες και αποφάσισα ότι πρέπει να υπήρχε ένας καλός λόγος που έγινε ό,τι έγινε. Πιστεύω ότι κάποιος, κάπου, ήθελε να δείξει στον κόσμο πως όταν γκρεμίζεσαι, όχι μία, όχι δύο, αλλά τρεις αλλά τέσσερις φορές, μπορείς να σηκωθείς ξανά και να συνεχίσεις να παλεύεις.
Και αυτό το πρόσωπο έκρινε πως δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να το δείξει αυτό στον κόσμο από το Μάιντς. Ποιός σύλλογος βίωσε αυτό που κάναμε εμείς την περασμένη σεζόν; Ποιος σύλλογος πέρασε αυτά που περάσαμε εμείς φέτος.
Και τώρα ποιος σύλλογος θα γράψει την ιστορία που θα γράψουμε εμείς την νέα σεζόν όταν θα επιστρέψουμε πιο δυνατοί”; Λίγο αργότερα ο Κλοπ εκμυστηρευόταν σε ανθρώπους της Μάιντς: “Δεν ήξερα τι να πω όταν ανέβηκα στο βήμα. Απλά είπα ό,τι μου ήρθε στο μυαλό και μίλησα μέσα από την καρδιά μου”.
Μπορεί πάντως ο Γιούργκεν Κλοπ να αυτοσχεδίασε εκείνη τη δύσκολη -για όλους τους φίλους της Μάιντς- στιγμή ωστόσο τα λόγια του όχι μόνο κατάφεραν να κάνουν πανηγυρικό το κλίμα στην συγκέντρωση των οπαδών μετά τη χαμένη άνοδο αλλά να παίξουν ρόλο στο γράψιμο της ιστορίας, καθώς έναν χρόνο αργότερα το πολυπόθητο εισιτήριο για τα σαλόνια της Bundesliga έπεσε στα χέρια της Μάιντς!
Βλέπετε, το χάρισμα του Κλοπ να εμπνέει τους ποδοσφαιριστές του αλλά και να κουβαλάει ολόκληρες ποδοσφαιρικές πόλεις στις πλάτες του δεν εμφανίστηκε όταν ήταν στο τιμόνι της Ντόρτμουντ (2008-2015) αλλά το διέθετε και στα 19 χρόνια που υπηρέτησε τη Μάιντς.
Τόσο ως ποδοσφαιριστής της ομάδας (1989-2001) όπου ξεχώριζε για την εργατικότητα και τον ενθουσιασμό του είτε αγωνιζόταν ως λίμπερο είτε ως επιθετικός (κάποτε σε ένα ματς κόντρα στην Ροτ-Βάις Έρφουρτ πέτυχε τέσσερα γκολ ως σέντερ φορ), είτε ως προπονητής (2001-2008), όπου μαζί του ένας σύλλογος, που για δεκαετίες ήταν χαμένος στον λαβύρινθο του ερασιτεχνικού γερμανικού ποδοσφαίρου, έζησε μαγικές στιγμές στη μεγάλη κατηγορία.
Για τα πεπραγμένα του Κλοπ στη “μικρή και ταπεινή” Μάιντς μίλησε μάλιστα στη “Daily Mail” ένας συμπαίκτης του για μία εξαετία στον γερμανικό σύλλογο ο οποίος παραμένει ακόμα και σήμερα καλός του φίλος, ο Γκουίντο Σάφερ: “Ήταν πολύ γρήγορος, καλός στο ψηλό παιχνίδι, έπαιζε με συναίσθημα και δεν τα παρατούσε ποτέ.
Δεν ήταν όμως σε καμία περίπτωση παίκτης από αυτούς που αποκαλούμε τεχνίτες. Του έλεγα “Μπορείς να τρέχεις γρήγορα αλλά δεν έχεις τεχνική”. Οι οπαδοί τον λάτρευαν αλλά υπήρχε ένας που έλεγε χαρακτηριστικά: “Όποτε η μπάλα έφταν σε αυτόν σκεφτόσουν “Ωχ, όχι. Τι θα συμβεί τώρα;”
Πέρα πάντως από την καρδιά και την ψυχή που κατέθετε σε κάθε ματς στο χορτάρι, ο Κλοπ διακρινόταν και για τις ηγετικές του ικανότητες, και ο Βόλφγκανγκ Φρανκ εκείνον εμπιστεύτηκε για να ηγηθεί της αμυντικής γραμμής του στο πρωτοποριακό για εκείνη την εποχή 4-4-2.
“Ήταν οραματιστής και ο Γιούργκεν ήταν ο αρχηγός και το δεξί χέρι του Φρανκ. Μιλούσε με τον προπονητή για τακτικές και το 4-4-2. Ήταν ένα είδος επανάστασης για μία ομάδα που έπαιζε στη δεύτερη κατηγορία αλλά δούλεψε και ο Γιούργκεν ήταν ένας σημαντικός άνθρωπος στη στρατηγική αυτή ως ένας συναισθηματικός αρχηγός. Ο Βόλφγκανγκ Φρανκ τον ενέπνευσε να γίνει προπονητής.
Ως αρχηγός ήταν πολύ δημοφιλής. Σχεδόν χάναμε πάντα στα εκτός έδρας παιχνίδια και στην επιστροφή για το Μάιντς με το πούλμαν καθόμασταν πάντα πίσω. Εκείνη την εποχή ήμουν λίγο τρελαμένος με τα κορίτσια και το αλκοόλ και του έλεγα ιστορίες για τη νυχτερινή μου ζωή.
Ο Κλοπ λάτρευε τις ιστορίες μου, γελούσε με αυτές και μου ζητούσε να τις επαναλαμβάνω συνεχώς. Και ήταν ένας σπουδαίος ακροατής. Είχε παντρευτεί από τα 21 του χρόνια και του έλεγα: “Είσαι επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Δεν θα έπρεπε να έχεις παντρευτεί τόσο νέος! Χρειάζεται να έχεις νυχτερινή ζωή”.
Είναι ένας πολύ θρησκευόμενος άνθρωπος, πολύ Χριστιανός. Πριν από τα παιχνίδια νομίζω ότι προσευχόταν και ήθελε να μένει μόνος του στα αποδυτήρια”. Για να προσθέσει με νόημα ο Σάφερ: “Ήταν χαρούμενο άτομο όμως αν έκανες μία τρελή πάσα βρισκόταν σε απόσταση ενός εκατοστού από τη μύτη σου, ήταν σαν τον Σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Άλλαζε χρώμα και γινόταν σαν τον Χουλκ αλλά την αμέσως επόμενη στιγμή γινόταν και πάλι ο αγαπητός Γιούργκεν Κλοπ”.
Ο Γιούργκεν Κλοπ δεν ενέπνευσε όμως μόνο ως ποδοσφαιριστής της Μάιντς αλλά και ως τεχνικός ηγέτης της, ρόλο τον οποίο ανέλαβε από το… πουθενά στις αρχές της χιλιετίας. Ήταν Φεβρουάριος του 2001, η Μάιντς όδευε με μαθηματική ακρίβεια προς την τρίτη κατηγορία και ο τότε αθλητικός διευθυντής της, Κρίστιαν Χέιντελ, πήρε ένα τεράστιο ρίσκο βαφτίζοντας παίκτη-προπονητή τον Κλοπ!
Το ντεμπούτο του με τη νέα του ιδιότητα έλαβε χώρα μπροστά σε 4.576 φιλάθλους που βρέθηκαν στο “Bruchweg Stadium” για τον εντός έδρας αγώνα κόντρα στη Ντούισμπουργκ, με τον Γιούργκεν Κλοπ να αλλάζει το σύστημα σε 4-4-2 (το αγαπημένο του μέντορά του, Βόλφγκανγκ Φρανκ) και να πανηγυρίζει τη νίκη με 1-0. Στα επόμενα έξι παιχνίδια η Μάιντς είχε 5 νίκες και 1 ισοπαλία και ο Κλοπ έβλεπε μία νέα καριέρα στο δρόμο του…
Την επόμενη σεζόν (2001-02) επέλεξε το 4-3-3 και η Μάιντς έγινε ακόμα πιο… aggressive στο παιχνίδι της, με την πίεση προς την αντίπαλη ομάδα να φτάνει μέχρι τον τερματοφύλακα. Ο κόσμος λάτρευε τον τρόπο παιχνιδιού της Μάιντς επί Κλοπ, με την άνοδο να χάνεται τελικά στις λεπτομέρειες, καθώς ενώ ήθελε έναν βαθμό δέχτηκε δύο γκολ στο τελευταίο δεκάλεπτο του αγώνα της με την Ουνιόν Μπερλίν.
Δύο χρόνια αργότερα όμως και μετά από δύο σερί αποτυχίες ήρθε η άνοδος και ο Γιούργκεν Κλοπ το γιόρτασε με την ψυχή του, κάνοντας σπριντ για να χαθεί στις αγκαλιές των φίλων της ομάδας που ζούσαν ιστορικές και ονειρεμένες στιγμές και τον είχαν για επίγειο ποδοσφαιρικό θεό τους.
“Είμαι πολύ χαρούμενος για το γεγονός ότι αυτός ο τύπος που κλώτσησε μπάλα στο Μάιντς και έγινε κατόπιν προπονητής μας θα εργαστεί σε ένα από τα πιο φημισμένα γήπεδα στην Ευρώπη. Είμαι σίγουρος πως οι οπαδοί της Λίβερπουλ θα τον λατρέψουν”, δηλώνει τώρα ο άνθρωπος που τον είχε χρίσει προπονητή στο γερμανικό σύλλογο, ο Κρίστιαν Χέιντελ.
“Ό,τι είμαι, ό,τι μπορεί να γίνω, εσείς το επιτρέψατε να συμβεί”, είπε προς τους οπαδούς της Μάιντς ο Κλοπ στην αποχαιρετιστήρια ομιλία του το 2008 (στο φινάλε μίας σεζόν που δεν κατάφερε να τους ανεβάσει ξανά στα μεγάλα σαλόνια) με τον ίδιο άνθρωπο να πανηγυρίζει σαν μικρό παιδί τον Σεπτέμβριο του 2015 όταν βρέθηκε στις εξέδρες της “Coface Arena” (το νέο της σπίτι από το 2011) στο πλαίσιο του νικηφόρου αγώνα της με τη Χόφενχαϊμ.
Γιατί απλούστατα ο Γιούργκεν Κλοπ δεν είναι απλά ένας προπονητής που σημάδεψε την ποδοσφαιρική ιστορία της Μάιντς αλλά το σύμβολό της, αυτός που ενέπνευσε γενιές και γενιές φιλάθλων της. Και όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ένας Γερμανός δημοσιογράφος για να αναδείξει την προσφορά του στο σύλλογο: “Είναι το σημαντικότερο πράγμα που έχει συμβεί στο Μάιντς μετά τον πατέρα της τυπογραφίας, τον Ιωάννη Γουτεμβέργιο..”
Τα 5 κορυφαία γκολ του Κλοπ με τη φανέλα της Μάιντς:
Ο Γιούργκεν Κλοπ στο Μάιντς-Βόλφσμπουργκ (1997)
Πηγή: Sport24.gr