Ο φαύλος κύκλος της διανομής των εσόδων από την OUEFA που ενισχύει μόνο τις ομάδες των πέντε κορυφαίων λιγκών. Τι αλλάζει από την επόμενη αγωνιστική περίοδο.
Πρόκειται για μελέτη της Ελβετικής εταιρίας KPMG, η οποία αποτελεί το παγκόσμιο δίκτυο ανεξάρτητων εταιρειών παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών. Οι εταιρείες-μέλη της KPMG παρέχουν ελεγκτικές, φορολογικές και συμβουλευτικές υπηρεσίες.
Το Τσάμπιονς Λιγκ αντικατέστησε το Κύπελλο Πρωταθλητριών το 1992 και από τότε έγιναν πολλές και σημαντικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του.
Πριν από το 1997, μόνο οι πρωταθλητές κάθε χώρας συμμετείχαν στη διοργάνωση. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα ¾ των ομάδων να προέρχονται από χώρες εκτός των λεγόμενων στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο «big five» λίγκες, δηλαδή την Αγγλία, την Ισπανία, τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Γαλλία.
Το 1997, ο αριθμός των ομάδων αυξήθηκε σε 24 και για πρώτη φορά επετράπη η συμμετοχή σε περισσότερες από μια ομάδα ανά χώρα. Δύο χρόνια αργότερα, δηλαδή το 1999, η διοργάνωση απέκτησε τη σημερινή μορφή της με 32 ομάδες.
Από τη σεζόν 2000/01, οι κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης που προαναφέρθηκαν έδωσαν το 50% των ομάδων που έχουν αγωνιστεί στη φάση των ομίλων. Η μετάβαση της διοργάνωσης στη μορφή αυτή συμφωνήθηκε μετά από πιέσεις από κάποιους από τους μεγαλύτερους και ισχυρότερους ευρωπαϊκούς συλλόγους οι οποίοι, αν και δεν είναι πρωταθλητές στις χώρες, δεν θέλουν να χάσουν την ευκαιρία να λάβουν μέρος στην κορυφαία και πιο προσοδοφόρα διοργάνωση.
Η νέα μορφή του τουρνουά επέτρεψε σε μια σειρά από μεγάλα και αναγνωρισμένα σωματεία να συνεχίσουν να είναι στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό προσκήνιο. Ταυτόχρονα το Τσάμπιον Λιγκ μπήκε στις συνειδήσεις των λαών και απέκτησε παγκόσμιο ακροατήριο. Ωστόσο, κατά μια έννοια, η συνολική ανταγωνιστική ισορροπία του Τσάμπιονς Λιγκ έχει επηρεαστεί.
Στην πραγματικότητα, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα, κατά την τελευταία δεκαετία (2005/06-2014/15) σωματεία εκτός των πέντε μεγάλων πρωταθλημάτων έφτασαν στην προημιτελική φάση μόλις δέκα φορές και κανένα από αυτά στα ημιτελικά.
Σε αντίθεση με ότι είχε συμβεί την προηγούμενη δεκαετία όταν 16 φορές κλαμπ έξω από τα «μεγάλα πέντε» πρωταθλήματα έφτασε στα προημιτελικά, έξι φορές στους ημιτελικούς, και δύο φορές στον τελικό ενώ μια φορά κατέκτησε το τρόπαιο (Πόρτο 2004).
Πηγαίνοντας πιο πίσω στο χρόνο, κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές του 1990 τέσσερις ομάδες έξω από τις πέντε κορυφαίες λίγκες κατέκτησαν το τρόπαιο (Στεάουα Βουκουρεστίου το 1986, Πόρτο το 1987, Αϊντχόφεν στην 1988 και Ερυθρός Αστέρας το 1991).
Με δεδομένο ότι ο αριθμός των συλλόγων από τις πέντε κορυφαίες λίγκες που συμμετέχουν πλέον στο Τσάμπιονς Λιγκ αυξήθηκε, οι συγκεκριμένες ομάδες απολαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρισμα από τα χρήματα που διανέμονται από την UEFA.
Για παράδειγμα, κατά την περίοδο 2014/15 οι τέσσερις ομάδες που έφτασαν στα ημιτελικά (Γιουβέντους, Ρεάλ Μαδρίτη, Μπαρτσελόνα και Μπάγερν Μονάχου), πήραν το 25% της συνολικής κατανομής των εσόδων. Μάλιστα στη διάρκεια ολόκληρης της δεκαετίας, μόλις δέκα ομάδες έχουν από κοινού εισπράξει περίπου το 50% των συνολικών χρημάτων που διανέμονται από την UEFA. Στα στοιχεία αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται τα έσοδα από χορηγίες και άλλα που πιθανόν να προκύπτουν λόγω της συμμετοχής στο τουρνουά.
Είναι προφανές ότι η δομή της διοργάνωσης και το σύστημα διανομής των εσόδων της UEFA, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, συνέβαλαν κατά την τελευταία δεκαετία σε ανισορροπία των δυνάμεων υπέρ ενός περιορισμένου αριθμού σωματείων που ανήκουν στα πέντε μεγάλα πρωταθλήματα. και κυρίως τις Ισπανικές, Γερμανικές και Αγγλικές ομάδες.
Οι πέντε κορυφαίες λίγκες αφορούν φυσικά πέντε ισχυρές οικονομικά χώρες αλλά και τις πιο πυκνοκατοικημένες της Ευρώπης. Οι σύλλογοι σε αυτές τις χώρες έχουν μια τεράστια βάση οπαδών και ακόμα και τα δικαιώματα μετάδοσης των αγώνων τους στα εγχώρια πρωταθλήματα μπορούν να πωληθούν σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από εκείνα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Αυτές οι οικονομικές συνθήκες δίνουν στις κορυφαίες ομάδες των συγκεκριμένων πρωταθλημάτων τη δυνατότητα να παράγουν συγκριτικά υψηλότερα έσοδα, τα οποία με τη σειρά τους μπορούν να επενδύσουν και να προσελκύσουν τους καλύτερους παίκτες στην αγορά. Με άλλα λόγια είναι σε θέση να ενισχύσουν τις αθλητικές επιδόσεις τους κάτι που οδηγεί στην μόνιμη βελτίωση στην θέση της χώρας στην κατάταξη της ΟΥΕΦΑ, διατηρώντας τον ανώτερο αριθμό των διαθέσιμων θέσεων για τις ομάδες που θα πάρουν μέρος στη διοργάνωση. Ως εκ τούτου πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο που διαιωνίζει μια κατάσταση προς όφελος των συγκεκριμένων χωρών και ομάδων.
Παρ ‘όλα αυτά, τη σεζόν 2015/16 θα έχουμε μια σημαντική αλλαγή όσον αφορά τη διανομή των εσόδων μέχρι το 2018. Το ποσό που θα μοιραστούν όλες οι ομάδες που θα πάρουν μέρος ανέρχεται σε 1,3 δισεκατομμύρια ευρώ ανά σεζόν. Η αύξηση είναι 26% σε σύγκριση με την τριετία 2.012-2015. Θα αλλάξει όμως και ο μηχανισμός κατανομής των εσόδων. Το 10% των χρημάτων θα πάει στις ομάδες που θα αποκλειστούν στα play-off ενώ το αρχικό ποσό θα μειωθεί από 45% σε 40% και θα πριμοδοτείται η καλή πορεία με το υπόλοιπο 60%.
Προκειμένου να προωθηθεί η ανταγωνιστική ισορροπία, η UEFA δίνει χρήματα στις ομάδες που δεν θα βρεθούν στους ομίλους αλλά και σε όσες δεν θα συνεχίσουν σε καμία Ευρωπαϊκή διοργάνωση. Στην πρώτη περίπτωση, το ποσό διανομής θα αυξηθεί κατά 60% σε 78.6 εκατομμύρια ευρώ, ενώ στη δεύτερη περίπτωση κατά περισσότερο από 35% σε 112 εκατομμύρια ευρώ.
Το αν αυτές οι αλλαγές στη συνολική κατανομή των εσόδων θα έχει αρνητικό ή θετικό αντίκτυπο στην πρόοδο των συλλόγων εκτός από τα «πέντε μεγάλα» πρωταθλήματα, θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για μια ασφαλή αξιολόγηση. Διότι και πάλι, τα μεγάλα σωματεία θα εξακολουθούν να επωφελούνται περισσότερο από άλλους, γεγονός που υποδηλώνει ότι δεν θα μπορέσουμε να δούμε θριάμβους ανάλογους της το 2004.
Πηγή: Pamesports.gr