Home TOP NEWS “Ήμασταν μία γροθιά, ήμασταν η Ομόνοια”

“Ήμασταν μία γροθιά, ήμασταν η Ομόνοια”

Ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, Τάκης Μαυρής, μίλησε στον Super Sport FM 104,0 και την εκπομπή «Δώσε Πάσα» με τον Στέλιο Παπαμωϋσέως.


Αναλυτικά:

Πως ξεκίνησε να παίζει ποδόσφαιρο και στην Ομόνοια: «Ξεκίνησα από την Αναγέννηση Παλιουριώτισσας. Ήταν ποδοσφαιρομάνα. Το 1970-71 ξεκίνησα στην Ομόνοια, που με πήρε ένας γείτονάς μου. Έβγαλα τέσσερα σελίνια από την πούγκα μου για να βγάλω φωτογραφίες για το δελτίο μου. Το επίθετό μου ήταν Ομήρου, όμως το Μαυρής έμεινε. Πρώτο παιχνίδι ήταν στην Πάφο, με την εφηβική ομάδα της Ομόνοιας, όπου έπαιξα αριστερός μπακ. Για μένα ήταν όνειρο. Μετά γύρισα δεξί εξτρέμ».

Πότε προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα: «Ποδοσφαιρικός μου πατέρας ήταν ο Έσσο. Το 1974, μετά τον πόλεμο, προωθήθηκα στην πρώτη ομάδα. Όταν έπαιξα την πρώτη φορά, οι φανέλες ήταν από το 1 μέχρι το 11. Στο πρώτο μου παιχνίδι έλειπε το νούμερο 7, με φώναξε ο κος Λυμπουρής που ήταν πρόεδρος της Ομόνοιας, ο οποίος την είχε πάρει και μου την έδωσε προσωπικά. Μου είπε πως πρέπει να την φορέσω μέχρι το τέλος της καριέρας μου. Τη φόρεσα για 14 χρόνια, αν και φόρεσα και άλλα νούμερα, όλοι όμως με θυμούνται με το 7».

«Θυμάμαι πως χιλιάδες κόσμος ερχόταν στο γήπεδο, ακόμα και για την δεύτερη ομάδα».

Για τους πρώτους συμπαίκτες του: «Με τον Καΐάφα έπαιξα 10 χρόνια και με τον Κανάρη 11 χρόνια. Η βοήθεια που είχα από αυτούς και τον Χαραλάμπους ήταν απίθανη. Ήρθαν και άλλοι ποδοσφαιριστές στη συνέχεια, που ήταν η σειρά μου να τους βοηθήσω. Έφτασα τρεις γενεές ποδοσφαιριστών στην Ομόνοια. Δεν μπορώ να ξεχάσω τον Φρατζίλα. Μου έμαθε πάρα πολύ τεχνική και τα μυστικά του ποδοσφαίρου».

Το πρώτο του γκολ: «Με τον Άρη, στο ντεμπούτο μου σκόραρα. Έβαλα και άλλα γκολ, όμως δεν ήταν αυτό το σημαντικό. Παίζαμε όλοι για την ομάδα, για να κερδίσουμε. Ήμασταν μία γροθιά. Ήμασταν η Ομόνοια! Ο Κανάρης δεν ήθελε να χάνει ούτε στην προπόνηση. Το στοίχημα που βάζαμε ήταν μία σοκολάτα!».

«Από την ημέρα που πήγα στην ομάδα, έχασα το πρωτάθλημα από το ΑΠΟΕΛ το 1979-80. Πήραμε το Κύπελλο στον τελικό με την Αλκή. Πικαριστήκαμε που χάσαμε το πρωτάθλημα και κάναμε τρία συνεχόμενα νταμπλ».

Ποιος ήταν ο αξέχαστος τίτλος: «Δεν θα πω για τίτλο, αλλά για τον αξέχαστο κόσμο. Ήταν απίστευτο το συναίσθημα. Η υποδοχή και ο σεβασμός που είχαμε, όχι μόνο από τον κόσμο της Ομόνοιας, αλλά και από τις άλλες ομάδες. Θα πω ότι το 1982-83 ήταν η καλύτερη χρονιά, γιατί βγήκα καλύτερος ποδοσφαιριστής, βραβεύτηκα και από την ΕΑΚ».

Πως σταμάτησε την καριέρα του: «Το 1988 ήταν ο τελικός με την ΑΕΛ και μετά σταμάτησα. Δεν είχα το κίνητρο να παίξω πλέον. Αν και σωματικά θα μπορούσα για ακόμα 2-3 χρόνια. Αλλά τι ήταν να κερδίσω; Ήμουν 32 ετών και δεν το μετάνιωσα που σταμάτησα. Έχω μάθει ότι κάνω στη ζωή μου να κάνω ότι με ευχαριστεί. Το ποδόσφαιρο ήταν η αγάπη μου και η ζωή μου».

Για το σημαντικότερο γκολ της καριέρας του: «Τα γκολ είναι αρκετά, τώρα ποιο ήταν καλύτερο και ποιο ωραίο, δεν έχει σημασία. Το σημαντικό ήταν πως κέρδιζε η ομάδα μου. Τα πλεονεκτήματα στο σύγχρονο ποδόσφαιρο, όπως και στην εποχή μας, είναι η ταχύτητα. Επειδή ήμουν γρήγορος, ήταν δύσκολο να προβλέψουν οι αντίπαλοι τι θα κάνω, ενώ με βοηθούσε πως έπαιζα και με τα δύο πόδια».

Για την οικογένεια: «Έμεινα πολλά χρόνια μακριά από την οικογένειά μου. Για παράδειγμα, παίζαμε στην Πορτογαλία με την Μπενφίκα. Άφησα τη γυναίκα μου έγκυο και επέστρεψα και βρήκα τον γιο μου. Είχαμε και πειράγματα. Όλοι οι συμπαίκτες μου, τα πρώτα τους παιδιά ήταν κόρες, εκτός του Καϊάφα και τους έλεγα πως θα κάνω γιό, όπως και έκανα».

Για το γκολ με την Ιταλία: «Μέναμε στο Κούριο. Ήταν παραμονή προεδρικών εκλογών. Πήγαμε στον ζωολογικό κήπο για να περάσουμε λίγο την ώρα μας. Ο Σπάσο βρήκε ένα νόμισμα και είπε ότι θα μας έφερνε τύχη. Μάλιστα ο πρόεδρος της ΚΟΠ τότε μας είπε ότι αν φέρουμε καλό αποτέλεσμα θα παίρναμε τετραψήφιο αριθμό σε λίρες. Μιλάμε για μία τεράστια Ιταλία, ήταν απίθανο να φέρουμε έστω και ισοπαλία. Όμως τα καταφέραμε! Με ασίστ του Άντρου Χριστοδούλου, κατάφερα να σκοράρω. Ήταν το πρώτο παιχνίδι που έδειχνε η τηλεόραση απευθείας».

Τι έκανε μετά το ποδόσφαιρο: «Έγινα προπονητής. Πήγα στις σχολές ποδοσφαίρου της Ομόνοιας και μετά στη Β’ ομάδα. Ήμουν της Ολλανδικής σχολής και πολλοί ποδοσφαιριστές που ξεκίνησαν μαζί μου, με λένε πατέρα. Δε μετάνιωσα που πήγα σε ομάδα και έμεινα εκεί. Όμως μία μέρα σηκώθηκα και είπα τέλος. Μετά μπλέχτηκα στα διοικητικά της ομάδας. Εκεί για 365 μέρες ήμουν στην πρίζα».

Γιατί σταμάτησε από τα διοικητικά: «Άλλαξαν πολλά πράγματα και σαν έφορος ποδοσφαίρου, άρχισα να αναρωτιέμαι τι έκανα εγώ σε αυτό το χώρο. Από τη στιγμή που μπήκαν τα λεφτά και ο επαγγελματισμός, έβλεπα ανθρώπους να μπαίνουν στο ποδόσφαιρο, που δεν είχαν παίξει ποτέ μπάλα. Έτσι σιγά-σιγά απομακρύνθηκα».

Αν πηγαίνει γήπεδο: «Πάω φυσικά. Εκτός από ένα διάστημα που έφυγα για Λονδίνο, αλλά και από εκεί παρακολουθούσα το κυπριακό ποδόσφαιρο».

Για την αποχώρηση του Μπεργκ: «Η Ομόνοια τερμάτισε δύο φορές πρώτη στη θητεία του, προκρίθηκε σε δύο ευρωπαϊκούς ομίλους και παρά τις δυσκολίες με τον κορονοϊό, ήταν πετυχημένος. Δεν μπορώ να μην πω πως ο κος Μπεργκ και οι συνεργάτες τους αξίζουν συγχαρητήρια. Τώρα η πορεία που είχε η ομάδα δεν ήταν καλή, για τον Α’ ή τον Β’ λόγο, είναι ένα θέμα. Επειδή στην Κύπρο πάντα κρίνουμε από τα αποτελέσματα, το πιο εύκολο πράγμα είναι να κάνεις κριτική. Άλλο η καλόπιστη κριτική, άλλο η μηδενιστική κριτική. Εκπλάγηκα με την απόφαση, διότι το συμβόλαιό του έληγε σε λίγους μήνες. Ποιος όμως μπορεί να πει πως δεν ήταν πετυχημένος προπονητής ο Μπεργκ;».

Πως βλέπει το πρωτάθλημα φέτος: «Δεν υπάρχουν εύκολες ομάδες. Σκεφτείτε μόνο πως η Ομόνοια έχασε από ΠΑΕΕΚ, Δόξα, Ολυμπιακό, Άχνα. Δεν θα μιλήσω για τις άλλες ομάδες. Δεν υπάρχει εύκολο παιχνίδι. Βλέπουμε το ντέρμπι του Απόλλωνα με την Ανόρθωση, να προηγείται με 2-0 και παραλίγο να χάσει το παιχνίδι».

Για το φαβορί: «Δεν υπάρχει φαβορί. Υπάρχουν 30 βαθμοί, είναι πάρα πολλοί. Θα εξαρτηθεί από την ποιότητα, τον πάγκο, τους τραυματισμούς. Υπάρχει και το κύπελλο. Βάση βαθμολογίας, υπάρχει φαβορί, αλλά αυτό που μας έδειξε το πρωτάθλημα φέτος, είναι πως πρέπει να παίζεις μπάλα για να παίρνεις τα παιχνίδια».

Για τους νεαρούς: «Μετά την Ομόνοια, βλέπουμε και άλλες ομάδες να βάζουν νεαρούς ποδοσφαιριστές. Αυτοί οι νεαροί ποδοσφαιριστές που προοθούνται στην πρώτη ομάδα και δένονται με επαγγελματικά συμβόλαια, αν δεν έχουν έμπειρους ποδοσφαιριστές δίπλα τους, δεν θα προχωρήσουν. Να πω για την δική μου ομάδα, τον Μποτεάκ με τον Λοΐζου και τον Τζιωνή, τον Κούσουλο με τον Γκόμεθ, τον Παναγιώτου με τον Λούφτνερ. Όταν έχεις δίπλα σου έμπειρους ποδοσφαιριστές, προοδεύεις».

Γιατί όμως δεν έχουμε Εθνική: «Στην Εθνική ομάδα θα πρέπει να ρωτάς και τους παλαίμαχους ποδοσφαιριστές, γιατί ο καθένας μπορεί να πει τη γνώμη του και την άποψή του».

Τι κρατάει σαν καλύτερη και χειρότερη στιγμή: «Πάρα πολλές ευχάριστες στιγμές και με την Ομόνοια και με την Εθνική. Χειρότερες κάποιοι σοβαροί τραυματισμοί και το αντίκτυπο που είχαν και στην οικογένειά μου. Έπαθα τόσους πολλούς τραυματισμούς, σε καιρούς που δεν παίζαμε σε… περσικά χαλιά».

Πηγή:sport-fm.com.cy