Home TOP NEWS Παπουλής: “Αν ο Απόλλωνας για μένα ήταν αγάπη, τότε η ΟΜΟΝΟΙΑ ήταν...

Παπουλής: “Αν ο Απόλλωνας για μένα ήταν αγάπη, τότε η ΟΜΟΝΟΙΑ ήταν έρωτας”


Ο Φώτης Παπουλής παραχώρησε μεγάλη συνέντευξη στην ιστοσελίδα Gazzetta.gr και μίλησε για όλα όσα έζησε στην ποδοσφαιρική του καριέρα από το ξεκίνημα της μέχρι το τελευταίο του παιχνίδι που ήταν αυτό κόντρα στην ΑΕΚ Λάρνακας με την φανέλα της ομάδας μας.

Αυτούσια ολόκληρη η συνέντευξη του Φώτη Παπουλή:

Ο χρόνος είναι ο μόνος αντίπαλος που δεν μπορεί να νικήσει κάποιος ποδοσφαιριστής και προβάλει αναπόφευκτο πως θα έρθει εκείνη η στιγμή που όλοι θα… ψελλίσουν το «σταματάω». Είναι αυτός ο κόμπος που σε πιάνει στο λαιμό μόλις το πεις και ξάφνου περνούν σα φιλμ μπροστά από τα μάτια σου όλα όσα πέρασες μέσα και έξω από τους αγωνιστικούς χώρους.

Ο Φώτης Παπουλής τα έζησε όλα. Τις «μικρές» εδώ κατηγορίες, την καταξίωση στη «μεγάλη» αλλά και 11 χρόνια θριάμβων στην Κύπρο, αρχικά στον Απόλλωνα Λεμεσού και ύστερα στην Ομόνοια.

Λύπες αλλά και χαρές, όπως τα θρυλικά μπαράζ ανόδου με τον ΟΦΗ το κατακαλόκαιρο του 2011, αλλά και φυσικά οι τίτλοι που κατέκτησε στο «Νησί της Αφροδίτης». Πρόσφατα όμως, στα 38, του έφτασε η στιγμή να αποσυρθεί και να αφοσιωθεί στην οικογένειά του και στην αγαπημένη του Γιώτα, που χωρίς εκείνη το αποτύπωμά του στο γήπεδο, αλλά και τη ζωή, θα ήταν σίγουρα διαφορετικό.

Μέσω του Gazzetta ανέτρεξε στα νεανικά του χρόνια, στις δυσκολίες που πέρασε αλλά και στην καταξίωση και την αγάπη του κόσμου που τον συντρόφευσαν ως το μεγάλο φινάλε.

«Ένιωσα ρίγος όταν βρέθηκα πρώτη φορά στην Παιανία»

-Γιατί έγινες ποδοσφαιριστής;
«Από μικρό παιδάκι, μεγαλώνοντας στην Αθήνα, θυμάμαι πως η μόνη μας ασχολία ήταν το να βγαίνουμε στις αλάνες και να παίζουμε μπάλα. Τελειώναμε το σχολείο και παίζαμε, πρωί, μεσημέρι, νύχτα».

-Ποια ήταν η πρώτη θέση που αγωνιζόσουν;
«Στις ακαδημίες ξεκίνησα να παίζω στην άμυνα, εκεί με έβαζαν επειδή τους περνούσα όλους και έβαζα γκολ (σ.σ. γέλια). Αλλά εντάξει από όταν μεγάλωσα λίγο έπαιζα πάντα μπροστά».

-Στα τμήματα υποδομής του Παναθηναϊκού πώς βρέθηκες;
«Είχε γίνει ένα τουρνουά στο Ηράκλειο, μεγάλο. Εγώ τότε έπαιζα στον Ολυμπιακό Νέων Λιοσίων και πήγαμε στον τελικό κόντρα στον Παναθηναϊκό. Έπαιξα στον τελικό όπου χάσαμε 5-4, αλλά έβαλα και τα 4 δικά μας γκολ και αν θυμάμαι καλά δεν έπαιζα καν στην επίθεση. Με το που τελείωσε το ματς, ήρθαν οι άνθρωποι του Παναθηναϊκού στον πατέρα μου και με ζήτησαν άμεσα για την ακαδημία.Κατευθείαν είπαμε το ‘ναι’. Πρέπει να ήμουν 8-9 ετών, κάπου εκεί».

-Θυμάσαι την πρώτη σου ημέρα στην Παιανία;
«Φυσικά. Εννοείται. Είχα πάει και με τον πατέρα μου. Ένιωσα ένα ρίγος. Παντού υπήρχαν γήπεδα και θυμάμαι πως συχνά, όταν τελειώναμε προπόνηση, καθόμουν να δω και την αντρική ομάδα. Ήταν όνειρο».

-Επαγγελματικό συμβόλαιο υπέγραψες;
«Όταν ήμουν 17 ήρθε ο κ. Σιούλας, τότε τεχνικός διευθυντής, και μας είπε ότι για να μας αξιολογήσει θα κάτσουμε όλοι έναν χρόνο χωρίς παιχνίδια, μόνο με προπονήσεις. Πρέπει να έπαθα… εγκεφαλικό, Λέω: ‘Τι να με αξιολογήσει τώρα;’. Είχε μόλις αρχίσει να ‘χαλάει’ το σκηνικό στις ακαδημίες του Παναθηναϊκού και αποφάσισα να μην υποβληθώ σε αυτή τη διαδικασία. Τελικά κατέληξα στον Ακράτητο. Από εκεί έφυγα δανεικός στη Ζωφριά. Δεν έπαιξα στον Ακράτητο καθόλου, είχα απογοητευτεί πάρα πολύ με όσα είχαν συμβεί και είπα να πάω στην ομάδα της γειτονιάς μου στα Λιόσια και να παίζω για την πλάκα μου».

«Βρέθηκα από το ζενίθ στο ναδίρ, άρχισα να δουλεύω σε μπαράκια και καφετέριες»

-Σκέφτηκες να τα παρατήσεις;
«Πάρα πολύ σοβαρά. Από το ζενίθ κατέληξα στο ναδίρ. Από εκεί που ήμουν ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στον Παναθηναϊκό, από λάθος χειρισμούς, είτε δικούς μου είτε του συλλόγου, βρέθηκα στο πουθενά. Ήμουν τον Ακράτητο χωρίς να παίζω. Άρχισα να δουλεύω σε μπαράκια και καφετέριες. Για δύο χρόνια ήμουν σε αυτή τη φάση και αμφιταλαντευόμουν. Βρέθηκα πολύ κοντά στο να τα παρατήσω»

-Πώς βίωσες αυτή την περίοδο, όπου το όνειρό σου έδειχνε να σβήνει;

«Με πολλή απογοήτευση. Από μικρό παιδί είχα δώσει τα πάντα στο ποδόσφαιρο και δεν ήμουν καλός στο σχολείο. Ίσως ήταν λάθος, μια ψευδαίσθηση, αλλά πάντα πίστευα ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής. Όταν άρχισε να καταρρέει όλο αυτό απογοητεύτηκα πάρα πολύ, άρχισα να παίρνω έναν λάθος δρόμο. Δεν ήταν σφάλμα μόνο των ομάδων αλλά και δικό μου, γιατί εκεί που έπρεπε να προσπαθήσω πιο πολύ, εγώ αποφάσισα να αφήσω λίγο πιο πίσω το ποδόσφαιρο».

-Σε ένα νέο παιδί που πιθανώς βρίσκεται τώρα σε μια ανάλογη κατάσταση τι θα του έλεγες;

«Βλέπω πάρα πολλά παιδιά που ταλαιπωρούνται με τον ίδιο τρόπο. Είναι πολύ δύσκολα στη Β’ Εθνική. Μπορεί να είναι επαγγελματική κατηγορία, αλλά ακόμα οι συνθήκες είναι δύσκολες. Αυτό που θα του έλεγα θα ήταν να μην τα παρατήσει κατευθείαν και να κάνει τη ζωή που έκανα εγώ. Εγώ έπρεπε να προσπαθήσω περισσότερο, να βρω τις ψυχικές δυνάμεις να κυνηγήσω το όνειρό μου. Βέβαια μεγάλη σημασία έχουν και οι άνθρωποι που έχεις γύρω σου. Το πώς θα σε στηρίξουν».

«Από τον Πυρσό Γρεβενών άρχισε το όνειρο, ο κ. Παπαϊωάννου ήταν από τους καλύτερους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ»

-Πώς άλλαξαν όλα;
«Τη δεύτερη χρονιά που ήμουν στον Ολυμπιακό Λιοσίων μετά την επιστροφή μου, ήρθαν κάποιοι παίκτες που είχαν παραστάσεις από Β’ Εθνική. Άρχισαν να μου λένε: ‘Ρε, τι κάνεις εσύ εδώ;’. Εγώ δεν ήμουν σούπερ επαγγελματίας τότε, δεν πρόσεχα τα κιλά μου, τη ζωή μου ευρύτερα. Έπαιζα μόνο με το ταλέντο μου. Ήρθαν αυτοί οι παίκτες και με αφύπνισαν. Χάσαμε τελευταία αγωνιστική το πρωτάθλημα και μετά μου έκανε πρόταση ο Αχαρναϊκός από τη Γ’ Εθνική. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα.
Εκεί έκατσα δύο χρόνια, μετά με είχα μιλήσει με τον κ. Κούγια ώστε να με πάρει στα Γιάννινα. Έφυγε όμως και στη συνέχεια με πήρε πάλι, αυτή τη φορά στη Λαμία. Έξι μήνες καθίσαμε εκεί. Ύστερα αποφάσισε να φύγει από εκεί και να πάει στην Παναχαϊκή, που τότε είχε τον Ποστέκογλου προπονητή. Πάλι με πήρε μαζί του. Ξεκάθαρισα όμως δεν μπορώ να γίνω γυρολόγος. Τα ‘σπάσαμε’ και έφυγα μετά από λίγο καιρό».

-Ακολούθησε ο Πυρσός Γρεβενών αν δεν κάνουμε λάθος.
«Από εκεί άρχισε το όνειρο. Ο κ. Παπαϊωάννου ήταν από τους καλύτερους ανθρώπους που γνώρισα ποτέ. Yέγραψα με φοβερή προκαταβολή και όλα ήταν πολύ ωραία. Εκεί έκατσα έξι μήνες και σε ένα παιχνίδι πριν κλείσουν οι μεταγραφές του Ιανουαρίου, ήρθε στο γήπεδο ο τότε βοηθός προπονητή του Πανθρακικού, ο κ. Στοϊνοβιτς, να δει κάποιον άλλον παίκτη. Τελικά πρόσεξε εμένα γιατί είχα κάνει τρομερό ματς και με ρώτησε αν μπορώ να φύγω από την ομάδα. Εμείς πηγαίναμε για πρωτάθλημα τότε. Μου ξηγήθηκε σπαθί ο κ. Παπαϊωάννου και δεν στάθηκε εμπόδιο σε τίποτα, αν και ήμουν βασικότατος, και έτσι πήγα στον Πανθρακικό, στην Α΄Εθνική. Στη δεύτερη συμμετοχή μου έβαλα και γκολ κόντρα στην Ξάνθη».

-Εκείνο το πρώτο γκολ πώς το έζησες;
«Ήταν γκολ ισοφάρισης. Μπήκα στο 1-0 στο ντέρμπι της Θράκης κι έκανα το 1-1 στο 87’. Ήταν τρομερά σημαντικό για μένα, πήρα μεγάλη αυτοπεποίθηση. Στο επόμενο ματς, κόντρα στον Άρη, έβαλα πάλι γκολ. Πήγαμε καλά εκείνο το εξάμηνο γενικότερα, πήραμε σημαντικές νίκες, αλλά δεν δυστυχώς δεν μπορέσαμε να σωθούμε».

«Ο ΟΦΗ ήταν οικογένεια. Ήμασταν απλήρωτοι αλλά ήμασταν και μια φαμίλια»

-Η συνέχεια;
«Κάθισα και στη Β’ Εθνική, τους πρώτους έξι μήνες. Υπήρχε ο στόχος της ανόδου, αλλά τα πράγματα δεν κύλησαν όπως περιμέναμε. Εκείνον τον Ιανουάριο (σ.σ. 2011) με προσέγγισε πρώτη η ΑΕΛ. Όλα ωραία και όλα ήταν έτοιμα για να πάω. Όμως μία μέρα πριν υπογράψω έμαθα έκλεισε άλλον παίκτη. Στις 31 του μηνός έμεινα χωρίς ομάδα και ευτυχώς είχα μιλήσει με τον κ. Μαχλά και τον κ. Αναστόπουλο και με περίμεναν στον ΟΦΗ. Εκεί υπέγραψα και έμελλε μέχρι και σήμερα να είναι η ομάδα της καρδιάς μου. Ήταν μαγική εμπειρία. Δεν υπήρχε… μία, έπεφτε κανά ψιλό αλλά μέχρι εκεί. Ωστόσο το κλίμα ήταν πραγματικά μαγικό. Ανεβήκαμε κατηγορία σε εκείνα τα μπαράζ με τον Λεβαδειακό στη Νέα Σμύρνη, τα Αυγουστιάτικα».

-Πόσο δύσκολο είναι για έναν ποδοσφαιριστή να παίζει μπάλα, να πληρώνεται μια φορά στους τέσσερις μήνες και να τα δίνει όλα;
«Ήταν δύσκολο, γιατί έβγαζα τον μήνα με αίμα. Είχα μαζέψει κάποια λεφτά έως τότε, αλλά γενικά δεν είχα μεγάλα συμβόλαια, οπότε έβγαινα ίσα-ίσα. Εκείνη τη χρονιά πάντως στον ΟΦΗ στην πρώτη κατηγορία (σ.σ. 2011-12) πήγαμε εξαιρετικά, χάσαμε την Ευρώπη για τρεις βαθμούς και είχα βγάλει μια ατάκα που έμεινε στην ιστορία: Ήμασταν όλοι… φερέλπιδες αποτυχημένοι».

-Τι εννοείς;
«Υπήρχαν παίκτες με μεγάλα συμβόλαια που δεν έπαιρναν τα χρήματά τους, που παλιότερα έπαιζαν σε μεγαλύτερες ομάδες και τώρα ήταν ‘αποτυχημένοι’, όμως όλοι μας θέλαμε να αποδείξουμε πράγματα και για αυτό παλεύαμε. Ο ΟΦΗ ήταν οικογένεια. Ήμασταν απλήρωτοι αλλά ήμασταν και μια φαμίλια. Πραγματικά τρομερό το κλίμα».

«Ήταν όνειρό μου να παίξω στον Παναθηναϊκό, αλλά… »

-Πώς τελείωσε;
«Εκείνη τη χρονιά συμπεριλήφθηκα στην καλύτερη ενδεκάδα του πρωταθλήματος. Εγώ τότε δεν ήμουν καλά οικονομικά και σκέφτηκα πως πρέπει να το εξαργυρώσω. Τελείωσε το συμβόλαιο και έψαχνα το επόμενο βήμα της καριέρας μου. Τότε με ζήτησε ο Παναθηναϊκός του Ζεσουάλδο Φερέιρα. Δεν άκουγα τίποτα άλλο. Με ήθελε και η ΑΕΚ που είχε αρχίσει να ταλαιπωρείται τότε, αλλά εγώ έβλεπα μόνο τον Παναθηναϊκό. Υπήρχε ενδιαφέρον και από τον Αστέρα Τρίπολης, τον ΠΑΟΚ και τον Ατρόμητο, αλλά μέτρησε η αγάπη μου για τον Παναθηναϊκό. Μου είπαν ότι κλείσαμε και πως θα υπογράψουμε τις επόμενες ημέρες».

-Γιατί τελικά δεν έπαιξες στον Παναθηναϊκό;
«Πριν ξεκινήσει η προετοιμασία, πήγα να μιλήσω για τα τυπικά και όταν έφτασα στα γραφεία είδα… 30-40 άτομα. Και λέω: ‘Καλά, ξέρουν ότι έχω έρθει να υπογράψω; Ποιος με έφερε εδώ;’. Υπήρχαν τόσοι παίκτες εκεί για να δοκιμαστούν. Εγώ δεν ήθελα να χαλάσω όσα είχα χτίσει. Να πάω εκεί να δοκιμαστώ; Να το ξέρω αν είναι, να μην υπογράψω. Όταν ζήτησα εξηγήσεις άρχισαν να μου τα ‘μασάνε’. Αμέσως πήρα τον μάνατζέρ μου και του είπα ότι δεν θα το προχωρήσω. Του είπα πως ‘είναι όνειρό μου να παίξω με τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν γίνεται έτσι».

«Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός για τον Απόλλωνα Λεμεσού, αλλά μόλις έφτασα στην Κύπρο… γούσταρα»

-Ο Απόλλων Λεμεσού πώς προέκυψε;
«Εξαφανίστηκα και με προσέγγισε ένας άνθρωπος από την Κύπρο και τον Απόλλωνα. Με ενημέρωσε πως θα γίνει μία μεγάλη επένδυση στην ομάδα και ότι θα υπάρξουν αλλαγές προς το καλύτερο. Κάναμε ένα ραντεβού στην Αθήνα, συζητήσαμε και μου έδωσε μια βαλίτσα. Λέω: ‘Τι γίνεται τώρα;’. Την ανοίγω, ήταν γεμάτη χρήματα και μου λέει: ‘Είναι πριμ υπογραφής’. Ούτε να το φανταστώ εγώ τότε. Δεν είχα αποφασίσει. Μου έδειχναν ότι με ήθελαν πάρα πολύ, αλλά αρχικά, να σας πω την αλήθεια, δεν είχα πειστεί. Ο Απόλλων τότε ήταν άγνωστος, δεν ήταν ΑΠΟΕΛ ή Ομόνοια. Δεν απάντησα και πέρασε ο καιρός. Φτάνει Ιούλιος, εγώ ακόμα είχα το στρατιωτικό γιατί ήμουν φαντάρος και παράλληλα είχα μείνει χωρίς ομάδα. Μίλησα ξανά με τον Ατρόμητο, αλλά είχε κλείσει το ρόστερ. Αποφάσισα τότε να πάω στην Κύπρο με τη γυναίκα μου ώστε να δω την κατάσταση και να κλείσω. Η πρόταση του Απόλλωνα ήταν μακράν η καλύτερη. Είδα το προπονητικό κι έπαθα πλάκα. Φαίνονταν πως γίνονταν μία μεγάλη επένδυση και τα πάντα ήταν εξαιρετικά».

-Τελικά υπέγραψες,,,
«Κοιτάξτε τι συνέβη. Είμαι έτοιμος να υπογράψω και την παραμονή με παίρνει τηλέφωνο η κτηνίατρος από Αθήνα. Είχα αφήσει το αγαπημένο μου σκυλί και μου ανακοίνωσε ότι πέθανε. Η γυναίκα μου έπαθε σοκ. Μου λέει: ‘Είναι κακός οιωνός, μην υπογράψεις, να εξαφανιστούμε με την πρώτη πτήση’. Πίστεψε ότι ήταν σημάδι αλλά εμείς τότε ήμασταν εντελώς στον αέρα, δεν υπήρχε άλλη επιλογή».

-Πώς έγινες ότι με το «καλημέρα» έγινες ηγέτης του Απόλλωνα και την λατρεία του κόσμου;
«Από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στην Κύπρο για τον Απόλλωνα… γούσταρα. Για πρώτη φορά ένιωσα επαγγελματίας. Τα είχε χτίσει όλα καλά και είχαμε τα πάντα. Είχαν επενδυθεί εκατομμύρια. Στο πρώτο παιχνίδι έβαλα γκολ, έπεσε όλος ο κόσμος πάνω μου και όντως ένιωσα ηγέτης, Ήταν ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα που σταδιακά γίνονταν και πιο έντονο».

«Στο πρώτο Κύπελλο άλλαξε η ιστορία του Απόλλωνα»

-Το πρώτο Κύπελλο πώς ήταν;
«Τότε ήταν που άλλαξε όλη η ιστορία του Απόλλωνα. Ήταν τρομερό, το 2012-13. Στον τελικό υπήρχε τρομερό μίσος αφού ήταν ένα ντέρμπι της Λεμεσού απέναντι στην ΑΕΛ. ‘Έβραζε’ όλη η πόλη, ενώ ακόμη μία φορά που οι δύο ομάδες είχαν βρεθεί αντιμέτωπες σε τελικό Κυπέλλου, το είχε πάρει η ΑΕΛ. Έναν μήνα δεν μπορούσα να βγω από το σπίτι. Παίζουμε το ματς, ήμουν από τους κορυφαίους και μάλιστα είχα δοκάρι στις καθυστερήσεις. Τελικά πήγαμε στην παράταση, βάζει γκολ ο Καρντόσο και λίγο πριν το τέλος κερδίζω πέναλτι. 2-0 και… καληνύχτα (σ.σ. 2-1 τελικό). Κάηκε η πόλη. Από το πουθενά, ο Απόλλων βγήκε στην Ευρώπη, άλλαξε όλη η ιστορία του. Τότε ενθουσιάστηκε και ο πρόεδρος και έριξε πολλά χρήματα».

-Σου έμεινε… απωθημένο το ότι δεν πήρες ένα πρωτάθλημα με τον Απόλλωνα;
«Σίγουρα. Σε ό,τι έχει η ιστορία του Απόλλωνα, σε γκολ, συμμετοχές, Ευρώπη, στα πάντα, είμαι σε όλα μέσα. Μόνο το πρωτάθλημα μου έλειψε και αυτό με στεναχώρησε πάρα πολύ. Απλά εκείνη την εποχή το ΑΠΟΕΛ ήταν πανίσχυρο, ήταν πολύ δύσκολο για εμάς».

«Ό,τι είμαι σαν ποδοσφαιριστής το οφείλω στον Απόλλωνα. Από εκεί που ήμουν στα χωριά, έπαιξα στην Ευρώπη»

-Θα μπορούσες να χαρακτηρίσεις τον Απόλλωνα Λεμεσού με μια λέξη;
«Είναι τόσα πολλά, αλήθεια. Είναι ιδέα, αγάπη. Ό,τι είμαι εγώ είναι ο Απόλλωνας. Σαν παίκτη με έφτιαξε ο Απόλλωνας, μου τα έδωσε όλα. Ό,τι είμαι σαν ποδοσφαιριστής το οφείλω σε εκείνον. Ό,τι είχα και δεν είχα μου το έδωσε ο Απόλλωνας».

-Μετά την Οδύσσειά σου στην Ελλάδα, έψαχνες μια ομάδα να κατασταλάξεις; Σε βοήθησε αυτό ώστε να ‘δεθείς’ μαζί του;
«Θα μπορούσα να το κάνω και στον ΟΦΗ, αν υπήρχε διοικητική ηρεμία. Τον αγαπούσα τον ΟΦΗ και πέρασα τρομερά. Απλώς τότε δεν είχε την οικονομική επιφάνεια για να φτιάξει τις ιδανικές συνθήκες. Ο Απόλλωνας πληρούσε τα πάντα, ο πρόεδρος ήθελε να κάνει την ομάδα τεράστια και αλήθεια μας τα έδωσε όλα. Εγώ απλώς βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη θέση. Τα πάντα ‘έδεσαν’».

-Ποιες στιγμές θυμάσαι περισσότερο;

«Σίγουρα το Κύπελλο που σας είπα παραπάνω στην ΑΕΛ ήταν μια από τις στιγμές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Γιατί ήξερα πως ο κόσμος το περίμενε χρόνια ολόκληρα και γιατί άλλαξε όλο το DNA του Απόλλωνα. Αλλά και την πρώτη μου ευρωπαϊκή συμμετοχή. Ήταν ένα παιχνίδι απέναντι στη Νις και βρισκόμασταν ένα βήμα πριν τους ομίλους του Europa League. Η κερκίδα ήταν απίστευτη, ενώ στη ρεβάνς ταξίδεψαν στη Γαλλία 1000 με 2000 άτομα και ήταν η πρώτη φορά που μπήκε ο Απόλλωνας σε ευρωπαϊκό όμιλο. Ήταν απίστευτο συναίσθημα. Από εκεί που ήμουν στα χωριά βρέθηκα να παίζω ευρωπαϊκό παιχνίδι».

«Η γυναίκα μου και τα παιδιά μου έκλαιγαν για πολλά βράδια όταν αποφάσισα να φύγω»

-Θυμάσαι την πρώτη φορά που άκουσες το χαρακτηριστικό πλέον «Μεγάλε Φώτη Παπουλή»;
«Ήταν σίγουρα στον Απόλλωνα, αυτές οι πρώτες ιαχές του κόσμου. Είχα καθολικό respect, ήμουν πάντα από τα αγαπημένα παιδιά της κερκίδας. Η πρώτη φορά πρέπει να ήταν όταν πήραμε το Κύπελλο και μετά βγήκαμε Ευρώπη. Νομίζω από εκεί ξεκίνησε όλη αυτή η αγάπη».

-Το τέλος στον Απόλλωνα πώς το έζησες;
«Ήταν τότε το θέμα με την πανδημία του κορονοϊού και δεν τελείωσε ποτέ το πρωτάθλημα του 2020. Από την προηγούμενη χρονιά είχα αρχίσει να σκέφτομαι κάποια πράγματα. Έλεγα πως είμαι στην ομάδα οκτώ χρόνια, δεν τα κέρδισα όλα και σίγουρα μου έλειπε το πρωτάθλημα, αλλά και ένιωθα μέσα μου ότι κάτι πρέπει να αλλάξω. Σαν να είσαι με μια κοπέλα και να λες: ‘Την αγαπάω ρε γαμώτο αλλά θέλω μια αλλαγή, μια νέα πρόκληση, να ξαναερωτευτώ’. Έτσι ένιωσα κι εγώ. Ο Απόλλωνας μου τα έδωσε όλα, θα μπορούσα να έμενα μερικά χρόνια ακόμα και να σταματούσα σαν Θεός. Δεν ήθελα όμως να συμβιβαστώ με αυτό. Ήελα να πάω παρακάτω. Ήταν πολύ δύσκολα για μένα όταν έφυγα, αλλά και για τον πρόεδρο για τον κόσμο. Δεν πρόλαβα να αποχαιρετήσω τους οπαδούς λόγω Covid, αλλά υπήρχε μεγάλη συγκίνηση. Ήταν από τις δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Η γυναίκα μου, τα παιδιά μου έκλαιγαν για πολλά βράδια. Μεγαλώσαμε όλοι στον Απόλλωνα. Δεν ήθελε να φύγει, ενώ ήταν συνειδητή η απόφαση. Εν τω μεταξύ όταν έφυγα δεν είχα καμία πρόταση από πουθενά. Δεν υπήρχαν άλλες ομάδες. Έφυγα στο πουθενά, είχε τελειώσει ο κύκλος μου».

«Αν ο Απόλλωνας για μένα ήταν αγάπη, τότε η Ομόνοια ήταν έρωτας»

-Υπήρξε τότε πιθανότητα να γυρίσεις πίσω στην Ελλάδα;
«Υπήρχαν πολλές πιθανότητες, όπως και παλαιότερα με αρκετές ομάδες. Θα μπορούσα να γυρίσω, αλλά πάντα κάτι με κράταγε στην Κύπρο. Όλο το σκηνικό και η επαγγελματικότητα των ομάδων. Με την πάροδο των χρόνων άρχισε να βελτιώνεται πολύ το κυπριακό πρωτάθλημα. Οικονομικά ήμουν πολύ καλύτερα από όσο θα ήμουν στην Ελλάδα. Υπήρχε ένα σαράκι μέσα μου που έτρωγε. Ήθελα να αποδείξω το τι είμαι και στην Ελλάδα. Αλλά όταν έβλεπα τα πράγματα πιο ορθολογικά σκεφτόμουν πως δεν υπήρχε λόγος να βάλω τον εαυτό μου σε αυτή τη διαδικασία».

-Η Ομόνοια πώς προέκυψε;
«Όταν ανακοινώθηκε πως θα φύγω από τον Απόλλωνα άρχισαν να με καλούν όλες οι μεγάλες ομάδες της Κύπρου. Χάρηκα, ένιωσα πως στα 35 μου περνάει ακόμα η μπογιά μου. Η Ομόνοια είναι τεράστια ομάδα, με προσέγγισε ωραία, μίλησα με τον προπονητή, ενώ έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι βρισκόταν και στα προκριματικά του Champions League».

-Φοβήθηκες τη μετάβαση από τον Απόλλωνα στην Ομόνοια;

«Ήταν συνειδητή η απόφασή μου να φύγω από τον Απόλλωνα. Με φόβισε το πώς θα το πάρει ο κόσμος, αν θα πιστέψει πως τον πρόδωσα. Υπήρξαν αντιδράσεις, αλλά θεωρώ πως κατάλαβαν όταν εξήγησα πως ήθελα κάτι καινούριο στη ζωή και την καριέρα μου. Το σημαντικό για εμένα ήταν να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα και στην Ομόνοια».

-Πρώτη φορά που έπαιξες αντίπαλος με τον Απόλλωνα ποια ήταν τα συναισθήματα;

«Πάντα όταν έπαιζα εναντίον του Απόλλωνα ήταν κάτι ιδιαίτερο. Όχι μόνο την πρώτη φορά. Ήταν η ομάδα που με ανέδειξε. Μου έδωσε τόσα πολλά οπότε όταν βρισκόμουν απέναντί της τα συναισθήματα ήταν λίγο περίεργα. Υπήρχαν αποδοκιμασίες στα πρώτα παιχνίδια από τον κόσμο του Απόλλωνα. Μπορεί να με αγαπούσε αλλά περάστηκε λίγο σαν να ήμουν προδότης. Έτσι φαινόμουν στα μάτια του, δεν μπορούσαν να αντιληφθούν όσα ένιωθα εγώ. Από την άλλη η υποδοχή της Ομόνοιας ήταν πολύ συγκινητική. Υπήρχε μια προσμονή από τους οπαδούς ότι μπορώ να βοηθήσω την ομάδα. Κι αυτό μου έδωσε δύναμη να ξαναγεννηθώ, ένιωσα ότι έχω να αποδείξω πράγματα και στα 35 μου».

-Πώς εξηγείς το τόσο έντονο δέσιμο ανάμεσα σε σένα, την Ομόνοια και τον κόσμο της;
«Αν ο Απόλλωνας για μένα ήταν αγάπη, τότε η Ομόνοια ήταν έρωτας. Σαν να αγαπάς για χρόνια μια γυναίκα, να είσαι καλά μαζί της αλλά να βρίσκεις κάτι νέο στη ζωή σου και να ερωτεύεσαι ξανά. Και ίσως ο παράφορος έρωτας εν τέλει, να είναι πολύ πιο δυνατός από μια αγάπη. Αυτό ήταν για μένα η Ομόνοια. Κατευθείαν κερδίσαμε το πρωτάθλημα ύστερα από δέκα χρόνια. Η ομάδα τόσο καιρό ταλαιπωρούταν άσχημα. Ένας τρομερός λαός έψαχνε εκείνον που θα άναβε τη φλόγα. Αυτό ένιωσα με τον κόσμο της ομάδας. Έβλεπαν πως πάντα προσπαθούσα, θα έκανα τη διαφορά ό,τι και να γίνει. Με το που ακουμπούσα την μπάλα, ακόμα κι αν έμπαινα αλλαγή, ήξεραν ότι κάτι θα κάνω, ότι θα βοηθήσω».

«Ένιωσα για πρώτη φορά πρωταθλητής, ήταν μια στιγμή λύτρωσης»

-Θυμάσαι τα συναισθήματά σου όταν σήκωσες το πρώτο σου πρωτάθλημα;
«Δεν πρόκειται να το ξεχάσω ποτέ. Ήταν αυτό που περίμενα οκτώ χρόνια με τον Απόλλωνα. Παίζαμε με την ΑΕΚ Λάρνακας και έχουμε πάει οδικώς. Μας ακολούθησαν περίπου 2.000 με 3.000 άτομα. Νικάμε και περιμένουμε την γκέλα του Απόλλωνα που ουσιαστικά θα μας στέψει πρωταθλητές. Όλη τη διάρκεια του παιχνιδιού ένιωθα κάτι πολύ παράξενο. Σα να ήρθε η ώρα μου. Έβαλα γκολ, έγινε το 0-1 και τελειώνει το ματς, όμως εκείνο μεταξύ του Απόλλωνα και του Ολυμπιακού Λευκωσίας είχε πέντε λεπτά καθυστερήσεις. Παίρνω το κινητό και καλώ τους φίλους μου να δω τι γίνεται. Έχανε ο Απόλλωνας 2-1, ισοφαρίζει στο 90+2’ και αν έβαζε κι άλλο θα παίζαμε τελικό πρωταθλήματος στο γήπεδό μας την τελευταία αγωνιστική. Με ισοπαλία το παίρναμε. Περνούν εκείνα τα 2-3 λεπτά, ήταν τα πιο αγχωτικά λεπτά της ζωής μου. Τελείωσαν όλα. Ξέσπασα. Ένιωσα για πρώτη φορά πρωταθλητής, ήταν μια στιγμή λύτρωσης».

-Πάμε στο κεφάλαιο της Εθνικής. Πήρες την υπηκοότητα στα 33 σου.
«Μου είπαν κάποια στιγμή πως του ζήτησαν από την ομοσπονδία να πάρω διαβατήριο. Τότε είχα ήδη συμπληρώσει τα πέντε χρόνια στην Κύπρο οπότε μπορούσα να το κάνω. Μου το ζήτησε και ο πρόεδρος της ΚΟΠ και ο τότε προπονητής, ο κ. Μπεν Σίμον, να ενταχθώ στην ομάδα. Σκεφτόμουν πως θα έχανα την ξεκούραση και τον χρόνο με την οικογένειά μου, στις διακοπές των εθνικών ομάδων. Αλλά ήταν ένα απωθημένο. Θα μπορούσα να είχα παίξει στην Ελλάδα, ειδικά επί εποχής Ρανιέρι. Με είχαν προσεγγίσει αλλά δεν προχώρησε. Ήταν ένα κομμάτι του παζλ που έπρεπε να συμπληρωθεί για να μπορέσω να πω πως τα έζησα όλα στην καριέρα μου. Ήθελα να νιώσω μέρος μιας Εθνικής».

«Το σημαντικό στο ποδόσφαιρο είναι να εμπνεύσεις τον κόσμο και για κάποια ιδεώδη»

-Σταμάτησες το ποδόσφαιρο και υπήρξε «βομβαρδισμός» από ευχαριστήρια μηνύματα προς το πρόσωπό σου; Στην Ελλάδα και την Κύπρο ζούμε πολύ διχαστικά την μπάλα, εσύ όμως έδειξες να γίνεσαι ένας συνδετικός κρίκος Ένιωσες πως έκανες κάτι σημαντικό;
«Το έχω νιώσει τον τελευταίο καιρό. Είναι ένα απίστευτο συναίσθημα. Μια αγάπη, ένας σεβασμός. Μια καθολική αποδοχή και λατρεία. Από παντού. Παντού μηνύματα, από πάρα πολλές ομάδες. Τεράστιο respect. Κατάλαβα πως σταμάτησα αλλά στην πραγματικότητα θα μείνω για πάντα στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Δεν ξέρω πόσοι έχουν ζήσει κάτι τέτοιο. Άφησα μια τεράστια περιουσία, κυρίως ως άνθρωπος. Έπαιρνα θέση σε πολλά θέματα, αυτό άρεσε στον κόσμο. Δεν με έβλεπε μόνο σαν έναν ποδοσφαιριστή αλλά σαν κάτι παραπάνω. Αυτό είναι που θα κρατήσω και ευχαριστώ τον Θεό που το έχω ζήσει. Το σημαντικό στο ποδόσφαιρο είναι να εμπνεύσεις τον κόσμο και για κάποια ιδεώδη. Σε ακολουθούν χιλιάδες, τόσα παιδιά. Είσαι ένα είδωλο και το εξωτερικό σου προφίλ παίζει πιο σημαντικό ρόλο από ό,τι το αγωνιστικό κομμάτι».

-Αυτό όμως δεν σου δημιούργησε και βάρος;

«Ένιωσα τεράστια ευθύνη, την ψυχολογική πίεση του να προσέξω τι θα κάνω και τι θα πω. Και στην Κύπρο η κοινωνία είναι πιο κλειστή. Υπήρχε σίγουρα περισσότερο άγχος».

-Έχεις συνειδητοποιήσει το «αντίο» σου στο ποδόσφαιρο;
«Από 5-6 χρονών δεν θυμάμαι να κάνω τίποτα άλλο στο ποδόσφαιρο. Όλη η ζωή μου ήταν μπάλα. Από την αυλή, στις αλάνες, στα γήπεδα. Όταν νιώθεις ότι σταματάει αυτό για σένα, δεν αισθάνεσαι καλά. Δεν ξέρω αν νιώθω έτοιμος. Μπορεί να είναι ψευδαίσθηση. Αλλά δεν ήθελα να σταματήσω σαν ερείπιο, ήθελα να αποσυρθώ στο κορυφαίο επίπεδο και νομίζω το έκανα την κατάλληλη στιγμή. Φεύγω γεμάτος. Έζησα τα πάντα, πήρα ό,τι τρόπαιο μπορούσα να πάρω. Πραγματικά νιώθω γεμάτος και ότι έπρεπε να γίνει έτσι;»

«Θα ήθελα να παίξω ξανά το ΑΠΟΕΛ-Απόλλων του 2018»

-Ποιο ματς θα ήθελες να παίξεις ξανά, αν γυρνούσες τον χρόνο πίσω;
«Το ΑΠΟΕΛ – Απόλλων, το 2018. Χάσαμε το πρωτάθλημα τότε. Προτελευταία αγωνιστική πάμε στη Λευκωσία με έναν βαθμό διαφορά. Με ισοπαλία ή νίκη παίρναμε το πρωτάθλημα. Το ΑΠΟΕΛ ήθελε μόνο νίκη για να το πάρει. Αυτό το παιχνίδι στιγμάτισε πάρα πολύ κόσμο και μετά ήρθε μια περίεργη πενταετία. Γιατί τότε είχαμε μια πραγματικά τρομερή ομάδα. Ήμασταν τρομακτικοί. Κερδίσαμε 4-0 το ΑΠΟΕΛ μέσα στη Λευκωσία στην κανονική διάρκεια. Το αξίζαμε. Κάναμε 88 βαθμούς και το χάσαμε τελευταία στιγμή με εκείνη την ήττα. Κερδίζαμε 1-0 και χάσαμε 2-1. Θα ήθελα πολύ να το παίξω ξανά αυτό το ματς».

-Ποιο ήταν το μεγαλύτερο κίνητρο για σένα για να φτάσεις να παίζεις μέχρι τα 38 σου;
«Σίγουρα το πώς έφυγα από τον Παναθηναϊκό ήταν ένα πολύ μεγάλο κίνητρο. Με σημάδεψε. Αγαπούσα και αγαπάω τον Παναθηναϊκό αλλά ήθελα να αποδείξω και στην ομάδα και στην Ελλάδα πως έκαναν λάθος. Πώς μπορώ να παίξω ποδόσφαιρο. Ήθελα να δείξω σε μένα και στους άλλους πως θα παλέψω».

-Πώς έζησες τα παιχνίδια σου με τον Κριστιάνο Ρονάλντο;
«Ήταν απίστευτη εμπειρία το να βρίσκεσαι στο ίδιο γήπεδο με εκείνον. Κάποια στιγμή, όταν βρεθήκαμε κοντά μιλήσαμε λίγο. Τον περνάω για έναν μήνα και του λέω: ‘Κοίτα εγώ θα σταματήσω φέτος. Εσύ που θα το πας;’. Γέλασε και μου λέει: ‘Εγω θα το τραβήξω κι άλλο’ (σ.σ. γέλια). Φαινόταν ωραίος τύπος αλλά και απίστευτα νευριασμένος που δεν μπορούσε να σκοράρει. Έχασε γκολ, είχε δοκάρια, δεν του πήγαν καθόλου καλά τα δύο παιχνίδια (σ.σ. με την Ομόνοια). Και ήταν έξαλλος. Όπως και να έχει πάντως μιλάμε για έναν θρύλο. Ήμουν πολύ τυχερός που έζησα αυτή την εμπειρία».

«Η γυναίκα μου και η σχέση μου με τη θρησκεία με βοήθησαν αρκετά»

-Είχες γούρια;
«Κατά καιρούς είχα μερικά, αλλά το μεγαλύτερο γούρι για μένα ήταν η σχέση μου με τη θρησκεία. Δηλαδή από τη στιγμή που ασχολήθηκα ενεργά, που πάω στην εκκλησία, που βρήκα πνευματικό, τα γούρια τελείωσαν για εμένα. Μετά τη γυναίκα μου, που με βοήθησε απίστευτα. Ήταν ο πιο καθοριστικός παράγοντας της καριέρας μου, της καλής μου πορείας. Μόλις αφέθηκα στη θρησκεία, πήρα τεράστια εσωτερική δύναμη. Ένιωθα άτρωτος».

-Πάντα στέκεσαι στη γυναίκα σου και την οικογένειά σου.
«Τι να πρωτοπώ για εκείνη… Με γνώρισε ένα… ρεμάλι, ναι και μου μου ξύπνησε έναν εγωισμό. Όταν την πρωτογνώρισα ήταν σα να μου έλεγε ‘τι κάνεις; Δεν το αξίζεις αυτό; Τι κάνεις στον εαυτό σου. Σήκω να το παλέψουμε μαζί’».

-Είσαι και λάτρης των τατουάζ…
«Ναι. Αφορούν τη θρησκεία, την οικογένεια και ένα που έχω στο πόδι και ήταν το πρώτο μου, ιαπωνικό. Το έκανα πριν από περίπου 20 χρόνια».

-Τι σκέφτεσαι για την επόμενη μέρα;
«Δεν θα ήθελα να μείνω στον χώρο σαν προπονητής ή βοηθός σίγουρα. Έχω κάποια διπλώματα, που είναι πιο πολύ για μένα, επειδή μου αρέσει να μαθαίνω πράγματα. Θα μου άρεσε κάτι σε scouting ή σε στυλ αθλητικού διευθυντή. Ίσως και λίγο σαν ατζέντης να το έψαχνα, αλλά όχι με 20-30 παίκτες. Αυτά τα τρία είναι που μου αρέσουν βασικά».

-Τι θα συμβούλευες ένα παιδί που θέλει να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής;
«Τα έζησα όλα και θα του έλεγα να ετοιμαστεί να δουλέψει. Δεν πιστεύω πλέον στο ταλέντο, το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει. Πιστεύω μόνο στη σκληρή δουλειά. Το ταλέντο σταματάει για κάποιον αν δεν γίνει αθλητής. Αν δεν προσέχει τον εαυτό του και δεν είναι σούπερ επαγγελματίας. Πνευματικά και σωματικά».