Αναμφισβήτητα υπήρξε το Παγκόσμιο κύπελλο του ενός. Το θέαμα και την ουσία μέσα στο γήπεδο όλοι περίμεναν να απολαύσουν από το ένα, το μοναδικό αστέρι κάθε ομάδας. Ποια στιγμή θα λάμψει, για να δώσει ενέργεια και στους υπόλοιπους? Επρόκειτο για το μουντιάλ της ατομικότητας για πρώτη φορά στην ιστορία μετά τη μακρινή, πια, δεκαετία του 1980.
Όλοι προσπάθησαν να σωθούν από ένα ταλέντο. Από αυτόν που θα έβαζε τα πόδια του στη φωτιά.
Η Αργεντινή στηρίχθηκε στη δεξιοτεχνία του Λιονέλ Μέσι. Η Κολομβία στα κέφια και στη διορατικότητα του Χάμες Ροντρίγκες, η Βραζιλία επαναπαύτηκε στον Νεϊμάρ, μέχρι τον τραυματισμό του, μετά ? το χάος, ακόμη και η Ολλανδία στην ταχύτητα και το ρυθμό του Άργιεν Ρόμπεν.
Με όλα αυτά το μουντιάλ της Βραζιλίας μπορεί να είχε γκολ και πολλά άλλα, όμως θύμισε έντονα τελική φάση παλαιομοδίτικη.
Η διοργάνωση του 1970 στο Μεξικό ήταν ο προάγγελος για την αρχή μιας νέας, τολμηρής εποχής. Ήταν το πρώτο Παγκόσμιο κύπελλο που μεταδόθηκε ζωντανά μέσω δορυφόρου και μέσα από τις δυσδιάκριτες εικόνες που ερχόντουσαν από το Μεξικό μπορούσες να διακρίνεις κάτι το επαναστατικό, το καινοτόμο. Εδώ ήταν Βραζιλία. Χρυσαφένιες φανέλες λαμπύριζαν στη λιακάδα, ποδοσφαιριστές προσπαθούσαν να συγκεντρώσουν το μυαλό τους για να καταλάβουν αν αυτό που έπαιζαν με την μπάλα λεγόταν ποδόσφαιρο. Φινετσάτο, επιδέξιο, χαρωπό κι υποτίθεται πως θα ήταν το ποδόσφαιρο του μέλλοντος. Τελικά αποδείχθηκε πως ήταν παρελθούσης χρήσης.
Το 1966 το ποδόσφαιρο που παίχθηκε στο μουντιάλ της Αγγλίας ήταν πραγματικά αυτό του μέλλοντος. Παλιότερα στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 το άθλημα ενηλικιώθηκε, έγινε πιο συστηματικό, πιο οργανωμένο. Οι ομάδες έμαθαν κι άρχισαν να παίζουν περισσότερο ομαδικά, απομονώνοντας τον ατομικισμό. Πλέον το ποδόσφαιρο λάμβανε διαφορετική μορφή. Τουλάχιστον γινόταν πιο όμορφο.
Η ομαδικότητα της εθνικής Ολλανδίας ή της Ντιναμό Κιέβου του Βαλέρι Λομπανόβσκι πρόσφερε πολλά περισσότερα από ότι το ατομικό πνεύμα των Πελέ και Γκαρίντσα. Σύμφωνα με τον Σουηδό Ακαδημαϊκό Τόμας Πέτερσον το ποδόσφαιρο εισερχόταν σε μία άλλη φάση της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου. Το παιχνίδι, δεν ήταν απλά ένα παιχνίδι. Είχε την ανάγκη σωστών βάσεων και κυρίως γνώσεων. Γινόταν πιο μοντέρνο. Όπως το ύφος των ρυθμών στη ζωγραφική. Από τον Γκένσμπορο στον Πικάσο.
Η πιο σημαντική αλλαγή ήταν η πίεση. Το κυνήγι κι η εξουδετέρωση του αντιπάλου μέχρι την κυριαρχία και το ποθητό αποτέλεσμα. Έγινε περισσότερο αποτελεσματικό με τα συμπληρώματα της διατροφής στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 και με τη βελτίωση της νοοτροπίας του κάθε ποδοσφαιριστή, στην αφομοίωση νέων μεθόδων και τακτικών.
Επιστροφή στις αναφορές για το Παγκόσμιο κύπελλο της Βραζιλίας. Είδαμε διπρόσωπες ομάδες. Άλλο στιλ στη φάση των ομίλων και διαφορετικό στη συνέχεια. Στην πρώτη περίπτωση υπήρχε ομαδικό πνεύμα, η θέληση για διάκριση και για πρόκριση στον επόμενο γύρο. Επιθετικό θέαμα με Μ.Ο. τα 2.83 γκολ ανά παιχνίδι. Εξαίρεση λίγοι αγώνες και κάποιες ομάδες όπως η Ρωσία και το Ιράν. Αδυσώπητες επιθέσεις με οργανωτικό πνεύμα και ομαδικότητα έδιναν χρώμα στο τουρνουά. Όλοι για όλους.
Από το δεύτερο γύρο που η κατάσταση άρχισε να γίνεται πιο σοβαρή πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε η κούραση, το άγχος, ο φόβος. Χάθηκε κάθε ίχνος συλλογικής προσπάθειας. Ταυτόχρονα. Από όλους. Τότε άρχισε να λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό κι ο ατομικισμός. Η μπάλα να πάει στο αστέρι που σπινθηροβολεί κι όλοι οι άλλοι παγιδευμένοι από τις προσταγές του μυαλού τους.
Αντεπιθέσεις ελάχιστες, η πίεση ψηλά για το κέρδος μπάλας κι οργανωμένης επίθεσης είχε απαγορευτικό. Το θέαμα γινόταν όλο και πιο αποκρουστικό. Ο Μ. Ο. των τερμάτων έπεσε στο 1.33. Πολύ χαμηλά σε σχέση με τη φάση των ομίλων. Οι προπονητές είχαν περισσότερο χρόνο για να οργανωθούν αμυντικά και πλέον όλο το βάρος έπεφτε στην οπισθοφυλακή. Πολλές ισοπαλίες, κούραση, απάθεια για το αποτέλεσμα κι ό,τι βγει στα πέναλτι, αρκεί στην περίπτωση αυτή το αστέρι να είναι ο τερματοφύλακας. Κι ευτυχώς υπήρξαν πολλοί και καλοί σε αυτό το μουντιάλ.
Σε γενικές γραμμές το παιχνίδι όλων, σχεδόν, των ομάδων ήταν απείθαρχο. Ευάλωτες αμυντικές γραμμές, η αχίλλειος πτέρνα τους, πριν αρχίσει το τουρνουά και έλλειψη ικανού κεντρικού κυνηγού.
Μια φορά εμφανίστηκε ομάδα που έπαιξε σαν ομάδα, όχι μόνον γιατί είχε την εξυπνάδα, αλλά γιατί επωφελήθηκε κι από τα λάθη και την τεμπελιά του αντιπάλου. Η Γερμανία. Έκανε τόσα πολλά στον ημιτελικό εναντίον της Βραζιλίας (7-1) όσα θα μπορούσαν να έχουν κάνει μαζί όλες οι υπόλοιπες 31 ομάδες από την αρχή. Τι έκανε? Απλά πράγματα. Απέδωσε σύμφωνα με τον ορισμό της μοντέρνας εποχής. Πληρότητα σε όλες τις γραμμές. Εκμεταλλεύθηκε την απροθυμία της Βραζιλίας. Έβγαλε χαρακτήρα. Πίεσε. Ζήτησε τη νίκη από την αρχή παίζοντας με κλασσικό κεντρικό κυνηγό τον Κλόζε κι όχι με ψευτοεννιάρι τον Μίλερ. Με λίγα λόγια έκανε τα πάντα ιδανικά. Η δε ομαδικότητα της, αλλάζει τον ορισμό της λέξης στα σύγχρονα λεξικά. Αν απέδιδαν με τέτοιο τρόπο όλες οι ομάδες ή έστω, μερικώς, τότε το θέαμα θα ήταν εμφανώς καλύτερο. Δεν θα ήταν το μουντιάλ του ενός, αλλά της πλήρους ομαδικότητας.
Περισσότερες ειδήσεις στο pamesports.gr