Είναι πολλά αυτά που ήθελα να θίξω κατά καιρούς, αλλά πάντα την τελευταία στιγμή αποφάσιζα να μην το πράξω, είτε γιατί ένοιωθα ότι με κάλυψαν οι απόψεις άλλων, είτε νοιώθοντας ότι προτρέχω, με κίνδυνο να αδικήσω κάποιον. Αυτή τη φορά αποφάσισα διαφορετικά, όχι επηρεασμένος τόσο από το αποτέλεσμα της Παρασκευής, αλλά περισσότερο αισθανόμενος την ανάγκη να κριτικάρω με καλή διάθεση αυτά που βλέπω και διαβάζω στην πράσινη καθημερινότητα.
Από όλα αυτά που ακούω και βλέπω γύρω μου, αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι η σύγχυση που επικρατεί μεταξύ μας για το τι πρέπει να γίνει, έτσι ώστε το οικοδόμημα που λέγεται ΟΜΟΝΟΙΑ να πάρει μπρος και να πάρει το γνωστό σε όλους δρόμο του. Σε αυτό μου το άρθρο, δε θα επιχειρήσω να προτείνω πρακτικές λύσεις. Αυτό επιχειρείται για χρόνια από πολλούς άλλους, χωρίς αποτέλεσμα.
Κι αυτό φέρνει ως αντίδραση περισσότερη μουρμούρα, καθώς και την αίσθηση ότι είμαστε εγκλωβισμένοι σε ένα φαύλο κύκλο, καταδικασμένοι να παραμείνουμε κομπάρσοι για πάντα. Αποτέλεσμα αυτού, περισσότερη σύγχυση, περισσότερη μουρμούρα, περισσότερη αβεβαιότητα…
Γι’ αυτό το λόγο, θεωρώ ότι θα ήταν σοφότερο να επιχειρήσουμε μια πιο φιλοσοφική προσέγγιση. Ίσως θα έπρεπε να προσπαθήσουμε πρώτα να ρίξουμε μια ειλικρινή ματιά στο ποιοί είμαστε και μετά να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε το πού πάμε. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι, γνωρίζοντας το παρελθόν του κανείς, μπορεί να ελέγξει καλύτερα και το μέλλον του!!!
Αν μπορούσα να χωρίσω την ιστορία της Ομόνοιας σε εποχές, θα τη χώριζα ως εξής:
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ – ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ – ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑ – ΠΑΝΙΚΟΣ –ΜΑΡΑΣΜΟΣ
Ζήσαμε χρόνια επανάστασης και προσπάθειας για καθιέρωση, ζήσαμε χρόνια δοξασμένα, ζήσαμε χρόνια που επαναπαυθήκαμε στις δάφνες μας, ζήσαμε χρόνια που επιχειρήσαμε να τρέξουμε να καλύψουμε αποστάσεις (με «πειραγμένο» άλογο) και τώρα ζούμε χρόνια πέτρινα, που προσπαθούμε να καταλάβουμε πού πήγε λάθος το πράμα και από πρωταγωνιστές καταντήσαμε να χορεύουμε στους ρυθμούς που μας ορίζουν άλλοι.
Από όλες αυτές τις διαδρομές που ακολούθησε η ΟΜΟΝΟΙΑ στην ιστορική της πορεία, καμιά δεν αποτελεί ξένο σώμα και ανάθεμα, αλλά είναι όλες τους κομμάτι της ιστορίας μας και της συλλογικής συνείδησης του ΟΜΟΝΟΙΑΤΗ, είτε μας αρέσουν είτε όχι.
Για να γεννηθείς, χρειάστηκε να έρθεις πρώτα πρόσωπο με πρόσωπο με το φασισμό, ο οποίος σε ανάγκασε να αντιδράσεις, να επαναστατήσεις, να δημιουργήσεις, να διεκδικήσεις…
Για να καθιερωθείς, χρειάστηκε να παλέψεις το σύστημα, να κάνεις τομές τέτοιες που να σπάσεις τις καθιερωμένες νόρμες. Χρειάστηκε να ξεχωρίσεις, να ενώσεις, να καθοδηγήσεις, να επιβληθείς… τόσο εντός των γραμμών του γηπέδου, όσο και στις συνειδήσεις των ανθρώπων.
Αυτό τους ανάγκασε να σε ακολουθούν, να σε ζηλεύουν, να σε πολεμούν. Αυτός ο πόλεμος σε κρατούσε σε εγρήγορση, αναγκάζοντάς σε να επιχειρείς συνεχώς νέα πράγματα, να βελτιώνεσαι και έτσι να παραμένεις ζωντανή και ακμαία, αφού κάθε φορά που αυτοί δοκίμαζαν κάτι για να σε ανατρέψουν, εσύ επαγρυπνούσες, έχοντας ισχυρούς αμυντικούς μηχανισμούς για να ανακόψεις τις επιθέσεις του συστήματος. Όμορφα, ηρωικά χρόνια, όταν ακόμη θυμόσουν ότι, αν και βασίλισσα, προερχόσουν από το Λαό και υπήρχες για να υπηρετείς το Λαό!!!
Και φτάνουμε σε αυτό το σημείο στο χρόνο, όταν ένοιωσες ασφάλεια, τυφλωμένη από τη γυαλιστερή εικόνα σου, συνεπαρμένη η ίδια από τις μεγάλες νίκες σου. Εκεί που επαναπαύθηκες, που νόμισες ότι το σύστημα είχε καταθέσει τα όπλα, νικημένο, παραδομένο σε σένα και στον Ιερό Σκοπό σου… έννοιες όπως Ισότητα, Εύ Αγωνίζεσθε, Δημοκρατία, Ελευθερία Σκέψης και Έκφρασης ο οδηγός σου…
Άλλωστε, είχες κάνει αρκετά και ήταν καιρός να απολαύσεις τους καρπούς που με τόσους κόπους είχες μαζέψει. Τι κακό μπορούσε να συμβεί; Άλλωστε, η αποθήκη ήταν γεμάτη μέχρι απάνω. Θα έγερνες λιγάκι πίσω να ξεκουραστείς και θα σηκωνόσουν απάνω μεμιάς και θα έβαζες τα πράγματα στη θέση τους…
Και εκεί ήταν το λάθος σου! Εκεί ήταν που ξεκίνησε να ξεθωριάζει η εικόνα σου. Εκεί που ξεκίνησες να λες δεν πειράζει κι αν το έχασα μια φορά, εκεί που ψιθύρισες έτυχε να μου κόψει βαθμούς η τάδε μικρή ομάδα, δεν έγινε μεγάλο κακό. Εκεί που ξεκίνησες να χάνεις τον εαυτό σου…
ΟΜΟΝΟΙΑ… Εσύ είσαι παιδί της επανάστασης. Μεγαλώνοντας και ορθώνοντας το ανάστημά σου έγινες συνώνυμό της, αυτή εγκολπώθηκε στο κορμί σου και γίνατε ένα και το αυτό… ΟΜΟΝΟΙΑ και ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ και ΟΜΟΝΟΙΑ!!!
Δεν κατάλαβες δόλιε ότι η επανάσταση είναι ορμητικό ποτάμι; Δεν σταματά πουθενά, τραβά το δρόμο της συνεχώς παρασέρνοντας στο διάβα της τα πάντα, σπάζοντας κανόνες και πρέπει… Ξέχασες καημένε ότι αυτά τα ορμητικά νερά είναι πλημμυρισμένα από ιδέες, από φωνές που παλεύουν να βγουν στην επιφάνεια, να ακουστούν, να φτιάξουν ένα κόσμο καινούργιο;
Ξανάδες ποταμό σταματημένο; Λιμνάζοντα νερά που κρύβουν μέσα τους βρωμιά και λάσπες, που μυρίζουν θάνατο… Δεν ήσουν εσύ αυτό!!! Γι’ αυτό σε αγαπήσαμε. Στην αγκαλιά σου βρήκαμε παρηγοριά, στην αγκαλιά μας βρήκες προστασία, μεγάλωσες…
Αυτό ήταν και το τελευταίο χαρτί του συστήματος, το πιο διαβολικό του σχέδιο: Δεν μπόρεσε να σε πολεμήσει στα ίσα, γι’ αυτό σε αφομοίωσε, σε έκανε μέρος του, όμοιό του. Σε έκανε να ξεχάσεις ποιά ήσουν και πού πήγαινες. Είχες καθίσει στο θρόνο για χρόνια και επαναπαύθηκες. Γλυκάθηκες από τα τόσα τρόπαια και τις τιμές, ξεχνώντας ότι αυτά δεν ήταν αυτοσκοπός. Άλλος ήταν ο σκοπός, κάτι πολύ μεγαλύτερο και πιο αγνό ήταν ο λόγος γέννησης και ύπαρξής σου.
Και προχωρήσαμε στα χρόνια που το κακό μεγάλωσε, ξεκίνησες να ξυπνάς από το γλυκό μεθύσι των τίτλων, αλλά πλέον ήταν αργά… Ήθελες να πολεμήσεις, αλλά είχες αποκοιμηθεί για καιρό. Οι εχθροί μεγάλωσαν, θέριεψαν σαν ζιζάνια και σε έζωσαν από παντού… τώρα δεν ήταν τόσο εύκολο να τους λυγίσεις. Ο θρόνος σου είχε κι άλλους διεκδικητές και έπρεπε τώρα να καταδεχτείς να κάθεσαι σε αυτόν όλο και πιο σποραδικά, όλο και πιο αραιά.
Δε σε πείραξε ούτε αυτό. Γύρισες το βλέμμα από την άλλη, αδιαφορώντας για εκείνους τους γραφικούς καταστροφολόγους. Όσοι δεν ήταν τόσο τυχεροί, εξορίστηκαν από την αυλή σου… Δεν είχαν θέση αυτοί οι παρακατιανοί κοντά σου. Δεν είχε θέση πια κοντά σου η Ελευθερία Σκέψης και Έκφρασης… Ούτως ή άλλως, η περηφάνια σου ήταν ακόμη εκεί, καθρεφτισμένη στα μάτια των χιλιάδων πιστών σου που συνέχιζαν να συρρέουν στους ναούς για να σε δοξάσουν στην πρώτη ευκαιρία, προσδίδοντας ακόμη αίγλη στο κουτσουρεμένο σώμα σου.
Στο βασίλειό σου δε βρέθηκε κανείς να σου ανοίξει τα μάτια, κανείς να σου φωνάξει ότι χάνεις τον εαυτό σου. Θα μετακόμιζες και σε καινούργιο κάστρο, κάπου στο κέντρο του βασιλείου σου… Πού καιρός τώρα να βγεις στους δρόμους, να φωνάξεις, να θυμηθείς πώς είναι να πολεμάς, να διεκδικείς, να δημιουργείς…
Ο στρατός σου όμως είχε κι αυτός γλυκαθεί από τα παράσημα που είχες φορέσει τόσα χρόνια στο βασιλικό σου κοστούμι. Είχε πάρει και αυτός γεύση από τη δόξα και τα μεγαλεία σου και, σαν εξαρτημένος, ζητούσε όλο και πιο επίμονα τη δόση του.
Το κακό είχε παραγίνει. Κάτι έπρεπε να αλλάξει, γιατί η κατάσταση ήταν επικίνδυνη. Αν δεν λαμβάνονταν άμεσα μέτρα, ο κίνδυνος για Επανάσταση στο βασίλειο ήταν τεράστιος. Και δεν υπήρχε χώρος πλέον σε αυτόν τον κόσμο για τρελούς και επαναστάσεις…
Και σε έπιασε πανικός. Ποιός μπορούσε να σε σώσει; Είχες μείνει μόνη, κανείς δε σε αγαπούσε πραγματικά έξω από την αυλή σου. Όλος αυτός ο Λαός που σε ανέβασε κάποτε στο θρόνο σου ήταν ανάξιος να κατανοήσει πόσο έθραυστη ήσουν και ότι έπρεπε να προστατευτείς από την αγάπη του…
Μέχρι που μια μέρα εμφανίστηκε ο ιππότης στο άλογο, ο φερόμενος ως προστάτης σου. Αυτός θα σε προστάτευε από τους εχθρούς σου και θα εξαφάνιζε ως διά μαγείας όλα σου τα προβλήματα. Μαζί του, κουβάλησε και ένα πολυάριθμο στρατό μισθοφόρων που, αν ρωτούσε κανείς, διαβεβαίωνε ότι ήταν εντάξει και πως όλοι ήταν υπό την επίβλεψή του.
Μα έλα όμως που το άλογο ήταν πειραγμένο… και όταν αυτό πήρε το δρόμο του μαζί με το Μάστρο του, οι μισθοφόροι ξεκίνησαν να ξεσκίζουν κομμάτι-κομμάτι το ταλαιπωρημένο κορμί σου. Ο Λαός σου όμως, ο τόσο περιφρονημένος κόσμος σου ήταν εκεί. Σε κράτησε ζωντανή, σε περιποιήθηκε για να κλείσουν οι πληγές…
Ήρθαν όμως τα πέτρινα χρόνια. Τα κτυπήματα που δέχεσαι κάθε μέρα είναι αμέτρητα. Μαζί σου και ο Λαός σου. Ο Λαός θυμήθηκε ποιός ήταν και πως το σύστημα δεν έχει θέση δίπλα του, αλλά απέναντί του. Σε περίμενε να το θυμηθείς και συ. Σε περίμενε να σταματήσεις να απαρνιέσαι τον εαυτό σου και να το πάρεις πρέφα ότι πρέπει να σπάσεις τα φράγματα από την αρχή. Σε περίμενε να κυλήσεις το ποτάμι ξανά μέχρι η φουρτούνα του να γίνει καταρράκτης. Αυτός δε σταματά ποτέ και για κανένα…
Όλα αυτά που έχω περιγράψει πιο πάνω, ταλαντευόμενος ανάμεσα στα όρια της σοβαροφάνειας με τη γελοιογραφία, είναι αποθηκευμένα στη συλλογική συνείδηση του κάθε Ομονοιάτη. Είναι μέρος της ιστορίας του, της καταγωγής του, της κληρονομιάς που του άφησαν, είτε τη θέλει είτε όχι. Κι όλη αυτή η συλλογική συνείδηση είναι φυλαγμένη μέσα μας και καλά κάνουμε να την κρατήσουμε και όχι να επιχειρήσουμε να την αφαιρέσουμε από τη μνήμη μας.
Γιατί, όσο και αν υπάρχουν κομμάτια της που μας πονούν, είναι αυτά ακριβώς τα κομμάτια που μας κράτησαν ζωντανούς, αυτά που μας θύμισαν ποιοί είμαστε και ποιοί πρέπει να παραμείνουμε. Αυτά τα κομμάτια θα μας φανούν πιο χρήσιμα εάν κάποτε χάσουμε πάλι το δρόμο μας.
Γι’ αυτό κύριοι όσα διαβάζω και ακούω ότι έχει αλλοιωθεί το dna μας και τάχατες το χειροκρότημα από τον κόσμο στο τέλος του αγώνα της Παρασκευής υποδεικνύει κάτι τέτοιο, με βρίσκει κάθετα αντίθετο. Το dna μας αλλοιώθηκε πολύ πιο πριν, όχι στους χαλεπούς καιρούς, αλλά στους καιρούς της κραιπάλης και των μεγάλων επιτυχιών.
Εκεί που πίστεψαν κάποιοι ότι η ΟΜΟΝΟΙΑ τους χρωστά και όχι το αντίθετο. Εκεί που ξεχάσαμε ότι ένας τίτλος δεν είναι αυτοσκοπός, εάν αναιρούμε όλους τους λόγους ύπαρξής μας για να τον πετύχουμε. Εκεί που κοροϊδέψαμε τα αδέλφια μας, ξανά και ξανά και ξανά, για να πετύχουμε προσωπικούς στόχους και φιλοδοξίες. Εκεί που κάναμε πλάτες στον εχθρό, δυναμώνοντας το σύστημα, επιτιθέμενοι παράλληλα στα ίδια τα παιδιά μας, παρά να παραδεχτούμε αυτό που μας φόβιζε παραπάνω από όλα (εδώ ταιριάζει πολύ το τερατάκια της τσέπης του Μαχαιρίτσα)… ότι ξεχάσαμε τι πάει να πει ΟΜΟΝΟΙΑ.
Ο κόσμος της Ομόνοιας κύριοι δεν ξεχνά τι σημαίνει ΟΜΟΝΟΙΑ!!! Είχε παραστρατήσει και αυτός, αλλά έχει πλέον θυμηθεί για τα καλά. Έχει όμως πλέον και την εμπειρία να αναγνωρίζει την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, χωρίς να πετά στα σύννεφα, μα ούτε και να απειλεί θεούς και δαιμόνους με το παραμικρό. Έχει ανακτήσει την ταπεινότητα που συντρόφευε τους πρωτοπόρους του 1948, πλησιάζοντας στο αρχικό μας dna, πλησιάζοντας στις ρίζες μας, αυτές που έδωσαν τόση ορμή σε αυτό το τεράστιο κίνημα που ονομάζεται ΟΜΟΝΟΙΑ.
Ο Ομονοιάτης κύριοι δεν απολαμβάνει αυτό που ζει, ούτε μπορεί να το αποφύγει. Είναι όμως εκεί. Και το ότι είναι εκεί, παρόλα αυτά τα ρεζιλίκια, αποδεικνύει αυτόματα του λόγου το αληθές, ότι δηλαδή έχει απαιτήσεις μεγάλες από αυτό το Σύλλογο. Πώς μπορεί αλήθεια κάποιος να δέχεται τόσο χλευασμό, τόσο πόνο και τόσες επιθέσεις και να επιμένει να είναι εκεί και να έχει το θράσος να χειροκροτεί την αγαπούλα μπροστά στον αιώνιο, που μόλις έχει κερδίσει για πολλοστή φορά τα τελευταία χρόνια, εάν δεν έχει απαιτήσεις και αγωνιστικό πνεύμα; Αλήθεια, ποιός δίδαξε οπαδισμό εκείνη τη στιγμή και με τη στάση του ουσιαστικά βροντοφώναξε «δε θα πεθάνουμε ποτέ κουφάλα νεκροθάφτη»;
Και αν αυτός ο κόσμος χειροκροτεί στο τέλος μιας καταραμένης Παρασκευής δεν είναι γιατί πανηγυρίζει, αλλά γιατί συνεχίζει να θυμάται και παραμένει εκεί κοντά της. Στα ερείπια που απόμειναν, βρίσκει τη δύναμη να ελπίζει, να σχεδιάζει στο μυαλό του νέες λεωφόρους δόξας και κάνει υπομονή. Χειροκροτεί το διπλανό του γιατί θαυμάζει την επιμονή του, χειροκροτεί τον εαυτό του που δε συμβιβάζεται. Μα πάνω από όλα, χειροκροτεί σαν ένα είδος βουβού όρκου στην ΟΜΟΝΟΙΑ ότι και την επόμενη φορά θα είναι εκεί. ΑΥΤΌ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΗΤΤΟΠΑΘΕΙΑ!!!
Όλοι μας αναγνωρίζουμε ότι έχουμε να ανεβούμε ένα βουνό και όλοι μας ξέρουμε ότι θα το ανεβούμε βήμα-βήμα, με το έτσι θέλω. Ας το ανεβούμε όμως με τον τρόπο που μας αρμόζει, με τον τρόπο που απαιτεί η ιστορία μας και η ίδια η ιδέα της Ομόνοιας… ταπεινά, με επίκεντρο τον άνθρωπο (ΛΑΟΣ), πάντα περήφανα και αγέρωχα, αλλά με θόρυβο. Άλλωστε, αν είναι κάτι που μας δίδαξαν οι απέναντι, σημασία δεν έχει να φτάσεις στην κορυφή, αλλά ο τρόπος που θα την κατακτήσεις (φυσικά και τους ειρωνεύομαι). Γι’ αυτό, εμπρός λοιπόν…
ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΣΤΕ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ. ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ. ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΟΥΝ ΟΛΟΙ ΧΑΜΠΑΡΙ ΟΤΙ ΕΜΕΙΣ ΗΡΘΑΜΕ ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ!!!
ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΣΤΕ ΣΙΓΑ ΣΙΓΑ ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΦΟΒΑΣΤΕ ΜΗΠΩΣ ΜΑΣ ΑΚΟΥΣΟΥΝ… ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΕΤΕ ΚΑΙ ΣΕΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΟΤΙ Η ΟΜΟΝΟΙΑ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ ΑΛΛΑ ΞΑΝΑΓΕΝΙΕΤΑΙ!!!
Από: ΟΜΟΝΟΙΑ ΠΑΝΤΟΥ
Υ.Γ.: Σου αγόρασα διαρκείας για να σε μπάσω σε αυτό τον τρελό πράσινο κόσμο μου. Μέχρι και τελετή μύησης σου έκανα μπροστά σε βουβά συγκινημένους παππούδες και λοιπούς συγγενείς. Εσύ με έβλεπες παραξενεμένη με αυτά τα όμορφα, αθώα ματάκια, ωστόσο καταλάβαινες ότι κάτι πολύ σημαντικό γινόταν εκείνη τη στιγμή. Σε απείλησα ότι δε θα σε ξαναπάρω μαζί μου στην ΟΜΟΝΟΙΑ όταν έκανες αταξίες. Η αντίδρασή σου με έκανε να νιώσω ότι πέτυχα έστω και κάτι στη ζωή μου. Πε τους κορούα μου να μεν πανικοβάλλουνται. Εξήγα τους ότι εμείς λοαρκάζουμεν να χειροκροτούμεν για χρόνια!!!