Έχετε προσέξει πώς δείχνουν τη ντροπή τους τα μικρά παιδιά; Κρύβουν το πρόσωπο με το χέρι τους. Κάτι παρόμοιο κάνουμε κι εμείς (ευτυχώς, όχι όλοι). Μόνο που δεν κρύβουμε το πρόσωπό μας με το χέρι αλλά… με τον λόγο.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, σπάνια χρησιμοποιούμε πρώτο πρόσωπο.
Και αν δεν μπορούμε να φορτώσουμε τις ευθύνες μας σ’ αυτόν που μας ελέγχει και να του πούμε εσύ φταις, φροντίζουμε να απαλλαγούμε γρήγορα απ’ αυτές χρησιμοποιώντας το τρίτο πρόσωπο.
Ένα ρήμα σε τρίτο πρόσωπο (τριτοπρόσωπο ρήμα) –χωρίς υποκείμενο– είναι η πλέον προσφιλής μέθοδος όσων θέλουν να απαλλαγούν από τις ευθύνες τους ή να τις μετριάσουν όσο τον δυνατόν περισσότερο.
Ας υποθέσουμε ότι ο υπουργός μιας κυβέρνησης χειρίζεται με λανθασμένο τρόπο ένα θέμα που αφορά σε όλους εργαζόμενους της χώρας. Αυτοί εξεγείρονται, απεργούν, και κατεβαίνουν στους δρόμους. Η κυβέρνηση υποχρεώνεται να ανακαλέσει και ο υπουργός, σε μια από τις πολλές τηλεοπτικές του συνεντεύξεις, λέει:
1. Έκανα λάθος.
2. Έγινε λάθος.
3. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι έγιναν λάθη.
Έχει βέβαια στη διάθεσή του και άλλες εναλλακτικές λύσεις. Εδώ, παρουσιάζονται μερικές μόνο. Με την 1, δείχνει να αναλαμβάνει την ευθύνη του. Το ρήμα βρίσκεται σε πρώτο πρόσωπο: Εγώ έκανα λάθος.
Στις προτάσεις 2 και 3 όμως, τα ρήματα βρίσκονται σε τρίτο πρόσωπο.
Τι έχει αυτό το ρηματικό πρόσωπο και είναι τόσο αγαπητό στη διπλωματική γλώσσα;
Είναι το πρόσωπο στο οποίο «καταφεύγει» όποιος επιδιώκει να αποκρύψει ή να αποσιωπήσει το υποκείμενο του ρήματος (δηλαδή τον εαυτό του), και κατά συνέπεια να μειώσει τον βαθμό συμμετοχής του στη δραστηριότητα που συμβολίζει το ρήμα.
Γι’ αυτόν το λόγο βλέπετε θολό το πρόσωπο της εικόνας. Προσέξτε και τα ρήματα έγινε και έγιναν. Αν τα συγκρίνετε με το ρήμα έκανα, φαίνονται να περιβάλλουν το λάθος με την ομίχλη της αοριστίας, και της ασάφειας.
Ας υποθέσουμε ότι θέλετε να αγοράσετε το παντελόνι που είδατε στη βιτρίνα ενός καταστήματος. Μπαίνετε μέσα, το δοκιμάζετε, σας αρέσει, και συμφωνείτε με τον πωλητή να σας το «κρατήσει» μέχρι το απόγευμα που θα περάσετε να το αγοράσετε. Πηγαίνετε το απόγευμα και μαθαίνετε ότι το παντελόνι δεν υπάρχει πια. Τι σας απαντάει ο πωλητής;
1. Το πουλήσαμε το παντελόνι.
2. Το πούλησαν το παντελόνι.
3. Πουλήθηκε το παντελόνι.
Αν σας έλεγε το πούλησα το παντελόνι, θα αναλάμβανε πλήρως την ευθύνη για την ασυνέπειά του. Χρησιμοποιώντας όμως πρώτο πληθυντικό πρόσωπο (πουλήσαμε) μετατοπίζει την ευθύνη του σ’ ένα αδιευκρίνιστο εμείς, μέσα στο οποίο χάνεται η προσωπική του ευθύνη.
Με το τρίτο πληθυντικό πρόσωπο (το πούλησαν) μεταθέτει την ευθύνη του σε κάποιους άλλους –άγνωστους!
Με το τριτοπρόσωπο ρήμα παθητικής διάθεσης (πουλήθηκε), ο πωλητής «απαλλάσσει τον εαυτό του» από κάθε ευθύνη. Το παντελόνι φαίνεται να πουλήθηκε μόνο του!
Τριτοπρόσωπα ρήματα μέσης διάθεσης χρησιμοποιούν πολλές φορές οι δημοσιογράφοι όταν δεν θέλουν να αποκαλύψουν την πηγή των πληροφοριών τους ή όταν δεν τη γνωρίζουν. Αντί να πουν:
1. [Δημοσιογράφος απευθύνεται σε κάποιον υπουργό] Ο κύριος Χ λέει ότι δεν συμπαθείτε ιδιαίτερα τον κύριο Υπουργίδη.
Λένε:
2. Λέγεται ότι δεν συμπαθείτε ιδιαίτερα τον κύριο Υπουργίδη.
Ποιος έσπασε το βάζο με τη μαρμελάδα;
Υπάρχει άλλος ένας τρόπος να απαλλαγούμε από την ευθύνη μας:
Αρκεί να αποκρύψουμε το υποκείμενο μιας δραστηριότητας (την αφετηρία της) και να προβάλλουμε το αντικείμενο (που δέχτηκε τη δραστηριότητά) ως υποκείμενο.
Αντί δηλαδή να πούμε:
• Εγώ [υποκείμενο] έσπασα τα βάζο με τη μαρμελάδα [αντικείμενο],
λέμε:
• Το βάζο με τη μαρμελάδα έσπασε.
Και βέβαια, τα βάζα με τη μαρμελάδα δεν σπάνε μόνα τους!
Του Άρη Γιαβρή