17 Νοεμβρίου σήμερα και το kifines.com παραθέτει ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι. Διαβάστε απόσπασμα πιο κάτω και δείτε το σύνδεσμο για όλο το άρθρο.
«Εγώ ήθελα να τους φάω. Τους έβλεπα σαν παράσιτα». Με αυτά τα λόγια, περιγράφει ο οδηγός του μοιραίου τανκ που έριξε την πύλη του Πολυτεχνείου, τον τρόπο που έβλεπε τους φοιτητές που αγωνίζονταν.
Ο Α. Σκευοφύλαξ, ήταν ο φαντάρος που οδήγησε το τανκ πάνω στην πύλη, γκρεμίζοντας την. Οι πρώτες πρωινές ώρες της 17ης Νοεμβρίου του 1973 και τα όσα τραγικά συνέβησαν τότε σημάδεψαν για πάντα τη ζωή του. «Ντρέπομαι γι’ αυτό που ήμουν, γι’ αυτό που έκανα», λέει στη μοναδική συνέντευξη που παραχώρησε το 2003, στο «Βήμα», στην οποία εξιστορεί τις αναμνήσεις του από τη μοιραία νύχτα αλλά και τις επιπτώσεις που είχαν στη ζωή του.
Ακολουθεί η αφήγηση του οδηγού του τανκ που γκρέμισε την πόρτα του Πολυτεχνείου, Α. Σκευοφύλακα:
«Την ημέρα εκείνη ήμουν υπηρεσία. Στον στρατό είχα δέκα μήνες. Ήμουν εκπαιδευτής στο κέντρο τεθωρακισμένων, στο Γουδί. Τότε οι “μαυροσκούφηδες” ήταν σώμα επιλέκτων. Πήγα εθελοντικά. Μόλις άρχισαν τα επεισόδια, μπήκαμε επιφυλακή. “Οι κομμουνιστές καίνε την Αθήνα” μας έλεγαν και εμείς τους πιστεύαμε. Θυμάμαι στο στρατόπεδο κάποιοι είχαν ραδιοφωνάκια και ακούγαμε στα κρυφά τον σταθμό του Πολυτεχνείου. “Παλιοκουμμούνια” θα καλοπεράσετε!” λέγαμε.
Μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα της 16ης Νοεμβρίου, η ίλη μου πήρε εντολή να ετοιμαστεί για έξοδο. Αποφασίστηκε να βγουν πέντε δικά μας άρματα, κάτι γαλλικά AMX30. Εγώ ήμουν οδηγός στο πρώτο άρμα που βγήκε στον δρόμο.@@@@@ Στη 1.15 το πρωί της 17ης Νοεμβρίου φτάσαμε στη διασταύρωση των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας. Λίγο αργότερα διασχίζαμε την Αλεξάνδρας, όταν στο ύψος του IKA, στη στάση Σόνια, σταματήσαμε γιατί ο δρόμος ήταν κλειστός. Υπήρχαν οδοφράγματα, φωτιές και ακινητοποιημένα λεωφορεία. Με διάφορες μανούβρες αριστερά – δεξιά, μπρος πίσω, άνοιξα τον δρόμο και προχωρήσαμε.