Home ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ Καρτακούλλης: Δέκα χρόνια πίσω το ποδόσφαιρο μας

Καρτακούλλης: Δέκα χρόνια πίσω το ποδόσφαιρο μας

kartakoullis


Τις εισηγήσεις του για το κυπριακό ποδόσφαιρο, καταθέτει ο αντιπρόεδρος του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Νίκος Καρτακούλλης. Παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον γιατί προέκυψαν μέσω μελέτης που ξεκίνησε από το 2005, ενώ χαρακτηρίζει το ποδόσφαιρο μας δέκα χρόνια πίσω. Ένα από τα σημεία που τονίζει είναι η “καχυποψία” αλλά και η ανάγκη για “νέα νοοτροπία”. Αναλυτικά:

“Το 2005 είχαμε αναλάβει με το συνάδελφο Αντρέα Θεοφάνους και μια ομάδα εργασίας αποτελούμενη από συναδέλφους στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας την πραγματοποίηση μιας μελέτης για την Κυπριακή Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου για την διεπιστημονική προσέγγιση της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας στην Κύπρο. Η μελέτη που έγινε κάλυψε ένα ευρύ φάσμα παραμέτρων του Ποδοσφαίρου στην Κύπρο. Σημαντικά θέματα όπως για παράδειγμα το ποδόσφαιρο και η συνεισφορά του στο ΑΕΠ, η σχέση της Πολιτείας και του Ποδοσφαίρου, τα ΜΜΕ και το Ποδόσφαιρο, οι προϋπολογισμοί των ομάδων ήταν μερικοί από τους τομείς που είχαν αναλυθεί και για τους οποίους υποβληθήκαν συγκεκριμένες εισηγήσεις. Στο κεφάλαιο για τα προβλήματα και τις προκλήσεις του κυπριακού ποδοσφαίρου εντοπίσαμε τα ελλείμματα σε θέματα Οργάνωσης και επαγγελματικής νοοτροπίας.

Νομίζω ότι θα είναι χρήσιμο να παραθέσω ένα σύντομο απόσπασμα (μια περίληψη που ετοιμάσαμε και ίσως κάποιοι να την θυμούνται) από την μελέτη μας, που αφορούσε την χαμηλή ανταγωνιστικότητα και τις σχετικές εισηγήσεις που έγιναν τότε (τονίζω δέκα χρόνια πριν, το 2005). Εισηγήσεις οι οποίες  χαιρετίστηκαν  και αντικρίστηκαν θετικά μετά την σχετική παρουσίαση που πραγματοποιήσαμε με την ΚΟΠ για την μελέτη. Διαβάστε προσεκτικά τι γράψαμε τότε με τον Αντρέα Θεοφάνους για το θέμα, στην πιο κάτω περίληψη της μελέτης:

Χαμηλή Ανταγωνιστικότητα

Η χαμηλή ανταγωνιστικότητα είναι ένα από τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει το Κυπριακό ποδόσφαιρο. Κυριαρχείται από λίγες ομάδες και παρουσιάζει έντονα τα σημάδια της μη ανταγωνιστικής ισορροπίας (CompetitiveBalance). Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και οι πλείστες Ευρωπαϊκές χώρες, όμως δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με την Κύπρο, καθώς, μεταξύ άλλων, υπάρχει μεγαλύτερο «βάθος» στα εν λόγω πρωταθλήματα. Το χαρακτηριστικό αυτό στην περίπτωση της Κύπρου δημιουργεί με τη σειρά του επιπρόσθετα προβλήματα. Για παράδειγμα υπάρχει πολλές φορές καχυποψία για την αξιοπιστία του πρωταθλήματος,με πολλά άλλα συνεπακόλουθα που όλοι γνωρίζουμε.

Η ποδοσφαιρική χρονιά 2002-2003 ήταν η περίοδος με το πιο ψηλό μέσο όρο φιλάθλων (3.091) ανά παιγνίδι πρωταθλήματος των τελευταίων χρόνων (1996-2005). Η ποδοσφαιρική χρονιά 1996-97 σημαδεύτηκε με το πιο χαμηλό μέσο όρο φιλάθλων (1.387) ανά παιγνίδι πρωταθλήματος. Είναι προφανές ότι οι αριθμοί αυτοί παραπέμπουν σε ένα τεράστιο πρόβλημα. Σημειώνεται συναφώς ότι για την περίοδο 1996-2005 ο μέσος όρος εισιτηρίων για τα παιγνίδια μεταξύ των πέντε μεγάλων ομάδων (Ομόνοια, ΑΠΟΕΛ, Ανόρθωση, Απόλλων, ΑΕΛ) ήταν  7.087 ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος για τα παιγνίδια μεταξύ των υπόλοιπων ομάδων ήταν 532.

Το ζητούμενο είναι η επίλυση των προβλημάτων αυτών. Εάν το πρωτάθλημα Κύπρου καταστεί πιο ανταγωνιστικό, τότε είναι δυνατό να επιστρέψουν περισσότεροι φίλαθλοι στα γήπεδα. Πέραν τούτου, εκτων πραγμάτων θα καλλιεργηθεί ένα πνεύμα αξιοπιστίας. Υπογραμμίζεται ότι το θέμα αυτό εμπεριέχει και ουσιαστικές οικονομικές προεκτάσεις.

Διαπιστώσεις/Εισηγήσεις:

Ένα από τα ουσιαστικά βήματα για την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του πρωταθλήματος είναι η μείωση των ομάδων του πρωταθλήματος Α’ Κατηγορίας. Φυσικά αυτό θα οδηγήσει και σε άλλες συναφείς αλλαγές στα πρωταθλήματα Β’, Γ’ και Δ’ Κατηγορίας. Παράλληλα θα πρέπει να γίνουν και κάποιες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τον θεσμό του Κυπέλλου.

Είναι δυνατό με συγκεκριμένες αλλαγές να διατηρηθεί ένας σχετικά ικανοποιητικός αριθμός αγώνων – που ταυτόχρονα θα εμπεριέχουν και ένα στοιχείο αυξημένης ανταγωνιστικότητας. Αυτό θα οδηγήσει και στην αύξηση των φιλάθλων που πηγαίνουν στα γήπεδα. Είναι επίσης πολύ σημαντικό να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές στην υποδομή των γηπέδων, ούτως ώστε η παρακολούθηση του ποδοσφαίρου να είναι μια πιο ευχάριστη εμπειρία.

Μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί ότι η ουσιαστική αύξηση των εισιτηρίων ανά παιγνίδι θα δώσει μια νέα ώθηση στον θεσμό. Το ζητούμενο λοιπόν είναι μια ολοκληρωμένη πολιτική που θα οδηγήσει στα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Εξ ορισμού προβάλλει και η ανάγκη για μείωση του αριθμού των ομάδων του Παγκύπριου Πρωταθλήματος Α΄ Κατηγορίας: ο σχεδιασμός μπορεί να γίνει με τρόπο που ο συνολικός αριθμός αγώνων να μην μειωθεί – αντίθετα μπορεί και να αυξηθεί.

Καχυποψία και η Ανάγκη για Νέα Νοοτροπία

Η μείωση της καχυποψίας είναι επίσης καθοριστικός σημασίας. Το ζήτημα αυτό αφορά και το καυτό θέμα της διαιτησίας.  Η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί με συγκεκριμένα μέτρα. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο το οποίο πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα είναι η ανάγκη να διδαχθεί ο Κύπριος φίλαθλος να αποδέχεται την αποτυχία και να χειροκροτά την αντίπαλη ομάδα. Αυτό βέβαια δεν αφορά μόνο το ποδόσφαιρο αλλά ευρύτερα όλες τις πτυχές του δημοσίου βίου στην Κύπρο.

Διαπιστώσεις / Εισηγήσεις: Μεταξύ άλλων, θα ήταν βήμα προς την ορθή κατεύθυνση αν η ΚΟΠ καταφέρει να συνάψει συμφωνίες ανταλλαγής διαιτητών με άλλα πρωταθλήματα. Για παράδειγμά, θα ήταν καλό όπως Κύπριοι διαιτητές διαιτητεύουν αγώνες σε άλλα πρωταθλήματα, όπως η Ελλάδα και το Ισραήλ, χωρίς να αποκλείονται άλλες χώρες. Με το ίδιο σκεπτικό διαιτητές από αυτές τις χώρες  θα διαιτητεύουν αγώνες πρωταθλήματος και κυπέλλου στην Κύπρο. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να καλλιεργηθεί συστηματικά ένα ήθος ανοχής και μια νοοτροπία αλληλοσεβασμού. Η υλοποίηση αυτού του στόχου θα έχει θετικά αποτελέσματα και πέραν του ποδοσφαιρικού χώρου.

Το ζητήματα αυτά παραπέμπουν στην ανάγκη για μια ολοκληρωμένη πολιτική. Δύο βασικοί στόχοι του Παγκύπριου Πρωταθλήματος Α’ Κατηγορίας θα πρέπει να είναι (α) η οικονομική βιωσιμότητα των ομάδων και η διεξαγωγή ενός ανταγωνιστικά ισορροπημένου πρωταθλήματος και (β) η αναβάθμιση του επιπέδου του ποδοσφαίρου γενικά καθώς και η καλή πορεία των ομάδων που αγωνίζονται σε Ευρωπαϊκές και διεθνείς διοργανώσεις. Ένα πιο ανταγωνιστικό και αξιόπιστο πρωτάθλημα θα διαφοροποιήσει και τα οικονομικά δεδομένα. Μεταξύ άλλων, θα αυξηθεί ο μέσος όρος εισιτηρίων ανά παιγνίδι ενώ επίσης αναμένεται να αυξηθούν και οι ευρύτερες συναφείς εμπορικές δραστηριότητες, περιλαμβανομένων και των χορηγιών από εταιρίες. Μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει ένα επιπρόσθετο λόγο για την αύξηση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Παρακαλώ σημειώστε ότι τα πιο πάνω ήταν διαπιστώσεις/εισηγήσεις του 2005.

Δέκα χρόνια μετά συζητούν οι αρμόδιοιμετά από σχετική εισήγηση των σωματείων για την αύξηση του αριθμού των ομάδων. Ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματα του!”