Οι πρόνοιες του νομοσχεδίου για τη χειραγώγηση των αθλητικών γεγονότων που συζητείται αυτή την περίοδο στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας και Πολιτισμού «συνάδουν πλήρως με τις πρόνοιες της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου προβλέπεται ξεκάθαρα ότι στόχος είναι τα αθλητικά γεγονότα που διοργανώνονται από ομοσπονδίες, είναι οργανωμένα ομαδικά αθλήματα και στα οποία συμμετέχουν αθλητές που ανήκουν σε σωματεία», επισημαίνει σε ανακοίνωσή του το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
«Συνεπώς, οι εισηγήσεις να περιληφθούν στο νόμο και άλλα αθλήματα που δεν είναι ομαδικά, ώστε τα ελεγχόμενα αθλητικά γεγονότα να επεκταθούν πέραν από αυτά που προβλέπει η Σύμβαση, θα προκαλέσουν τέτοια προσκόμματα και επιβαρύνσεις, που αυξημένος τομέας ευθύνης και οι τόσες αρμοδιότητες θα καταστήσουν το νόμο ανεφάρμοστο και αναποτελεσματικό», σημειώνει το Υπουργείο, στην ανακοίνωση με αφορμή τον σχολιασμό που γίνεται σε διάφορα ΜΜΕ αναφορικά με το περιεχόμενο του νομοσχεδίου.
Αναφέρει ότι «είναι για αυτόν τον λόγο που ο τομέας ευθύνης της Σύμβασης περιορίστηκε μόνο στα ομαδικά αθλήματα, έστω και αν θα ήταν ίσως ορθότερο να περιληφθούν όλα τα αθλητικά γεγονότα», προσθέτοντας ότι, «βέβαια στο στάδιο αυτό, θα πρέπει να διαφυλάξουμε τον βασικό σκοπό του νόμου, που είναι η αντιμετώπιση της χειραγώγησης των αθλητικών γεγονότων σε ομαδικά αθλήματα, και όχι να τον καταστρέψουμε, καθιστώντας τον ανεφάρμοστο».
«Περαιτέρω, επειδή γίνεται αναφορά στον Τύπο για τον ρόλο της Αστυνομίας, θα πρέπει να τονισθεί ότι ο ρόλος της όχι μόνο δεν επηρεάζεται, αλλά με την συγκέντρωση πληροφοριών από την Επιτροπή, αναμένεται να καταστεί πιο αποτελεσματικός, αφού η Αστυνομία παραμένει, ως η αρμόδια αρχή που θα διεξάγει τις ανακρίσεις για τις ποινικές διώξεις και ο Γενικός Εισαγγελέας θα συνεχίζει να αποφασίζει για την διεξαγωγή ερευνών και την άσκηση ποινικής δίωξης», αναφέρει το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Προσθέτει ότι «ο ρόλος της Επιτροπής Δεοντολογίας και Προστασίας του Αθλητισμού που θα συσταθεί, θα είναι αντίστοιχος με των ερευνητικών επιτροπών που θα υποβοηθά αυτές τις διαδικασίες, εφόσον θα παρακολουθεί και θα έχει εξουσία να συγκεντρώνει πληροφορίες για στημένους αγώνες, όχι στο πλαίσιο των ανακρίσεων που διεξάγονται από την Αστυνομία με βάση τους κανόνες ποινικής δικονομίας, αλλά στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που καθορίζονται στον νόμο και με βάση τις οποίες θα μπορεί να διερευνά και καταλήγει σε έκθεση γεγονότων, αφού συλλέξει τις απαραίτητες πληροφορίες».
Σημειώνει ότι, «εν συνεχεία, θα υποβάλλει την έκθεσή της στον Γενικό Εισαγγελέα και εκείνος θα αποφασίζει για τις περαιτέρω ενέργειες, δηλαδή αν δικαιολογείται η διεξαγωγή ποινικής έρευνας από τις ανακριτικές αρχές, την Αστυνομία».
«Προσπάθειά μας είναι να δημιουργήσουμε μια νομοθεσία, παραχωρώντας στην Επιτροπή Δεοντολογίας τη δυνατότητα να συγκεντρώνει όλες εκείνες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για σκοπούς αποτελεσματικότερης διερεύνησης περιστατικών χειραγώγησης αθλητικών γεγονότων και όχι να την επιφορτίσουμε με επιπρόσθετες ευθύνες και στο τέλος να μην μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο της, που είναι η αντιμετώπιση των φαινομένων που για χρόνια ταλανίζουν τα πρωταθλήματα ομαδικών αθλημάτων στον τόπο μας και μας εκθέτουν διεθνώς», αναφέρει.
Προσθέτει ότι «είναι καλά γνωστό ότι τα περιστατικά και τις υποθέσεις διαφθοράς και/ή χειραγώγησης αθλητικών γεγονότων, τα καλύπτει ο κανόνας της σιωπής, δηλαδή κανένας δεν μιλά για αυτό, και η διερεύνησή τους, όπως έχει αποδειχτεί μέχρι σήμερα, είναι δύσκολή και ακόμη αδύνατη».
Αναφέρει ότι «η προτεινόμενη νομοθεσία, με τις αρμοδιότητες που παραχωρούνται στην Επιτροπή να συγκεντρώσει και ερευνά πληροφορίες, στοχεύει να σπάσει τον κανόνα της σιωπής, αφού οι ανακρίσεις που διεξάγονται από την Αστυνομία με βάση τους ποινικούς κανόνες στάθηκαν αναποτελεσματικές για τον σκοπό αυτό» και ότι «στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο είναι και οι ρυθμίσεις που προβλέπονται στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, αφού στοχεύει στην υποβοήθηση της πρόληψης και της αντιμετώπισης της χειραγώγησης αθλητικών γεγονότων».
«Είναι πιστεύουμε αντιληπτό από όλους ότι, για να καταστεί δυνατή η δίωξη και η καταστολή των φαινομένων χειραγώγησης αθλητικών γεγονότων και κυρίως στα ομαδικά αθλήματα, ώστε οι υπεύθυνοι να οδηγηθούν ενώπιων της δικαιοσύνης, θα χρειαστεί η αξιοποίηση πρόσθετων μέσων που θα επιτρέπουν τη συγκέντρωση στοιχείων που θα μπορούν να κατατεθούν στο δικαστήριο για σκοπούς απόδειξης και καταδίκης, όπως είναι οι τηλεφωνικές συνομιλίες. Διαφορετικά, να μην μεμφόμαστε κανένα αρμόδιο ή αναρμόδιο αν μέχρι σήμερα δεν έχει οδηγηθεί οποιαδήποτε υπόθεση χειραγώγησης στα κυπριακά δικαστήρια, όπως τις ύποπτες υποθέσεις των φακέλων της ΟΥΕΦΑ», σημειώνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
ΚΥΠΕ