Home ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ Γιατί θα πρέπει να διατηρηθεί η 24η Φεβρουαρίου ως μια σημαντική OMONOIAτικη...

Γιατί θα πρέπει να διατηρηθεί η 24η Φεβρουαρίου ως μια σημαντική OMONOIAτικη μέρα.


24 Φεβρουαρίου 2001: Η μέρα που η φανέλα με το νούμερο 12 αποσύρεται και καταλήγει αιώνια αφιερωμένη στον πράσινο λαό, τον κορυφαίο και πολυτιμότερο παίχτη της Ομόνοιας (από την ανακοίνωση της ομάδας στις 24.2.2021)

Η σύγχρονη ιστορία του κυπριακού αθλητισμού και ειδικότερα η ιστορία του κυπριακού ποδοσφαίρου ανέδειξε, μεταξύ πολλών άλλων, ένα μοναδικό φαινόμενο: την ολοκληρωτική ταύτιση της έννοιας του λαού με την Ομόνοια. Και αυτό είναι κάτι που αξίζει όχι μόνο υπενθύμισης, αλλά και μιας ευρύτερης θεωρητικής και ιστορικής αναζήτησης για τους λόγους που ανέδειξαν αυτή την ταύτιση, αλλά και τις δυναμικές που την κάνουν τόσο ανθεκτική στο πέρασμα των δεκαετιών.

Ακριβώς, η ταύτιση της Ομόνοιας με το λαό της (η οποία εκφράστηκε συμβολικά με την σημαντική πράξη της 24ης Φεβρουαρίου 2001) αποτελεί φαινόμενο που δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Αντίθετα, βρίσκει τις ρίζες του τόσο στην ιστορική εξέλιξη τμημάτων και τάξεων της κοινωνίας της Κύπρου που συσπειρώθηκαν γύρω από την Ομόνοια, στην ιστορική εξέλιξη της ομάδας μας, όσο και στο ίδιο το άθλημα του ποδοσφαίρου.

Η συμπύκνωση αυτών των τριών δυναμικών, δημιούργησε τις προϋποθέσεις μιας σχεδόν «οργανικής σχέσης» Ομόνοιας και λαού – φιλάθλων της. Ως τέτοια που είναι η σχέση μεταξύ των δύο, σημαίνει τελικά αντοχές στον ιστορικό χρόνο, όπως και δεσμούς που συνεχώς εξελίσσονται. Η οργανικότητα της σχέσης αυτής καθρεφτίζεται στην σκέψη του κάθε απλού Ομονοιάτη, οποίος δικαιολογημένα δεν μπορεί να ξεχωρίσει την ομάδα από τον εαυτό του και τον λαό της.
Καθρεφτίζεται και στην αδυναμία κατανόησης αυτής της ταύτισης από οπαδούς άλλων ομάδων.

Η Ομόνοια ήταν αυτή που κατάφερε πιο ολοκληρωμένα από άλλες ομάδες, να ενσαρκώσει στην πορεία της το πραγματικό νόημα του ποδοσφαίρου στο κυπριακό του πλαίσιο, καθώς και την αδιαμφισβήτητη ιδιότητα του κοινωνικού φαινομένου που φέρει μαζί του αυτό το άθλημα από την στιγμή της εμφάνισης του. Αν αποτελεί κοινή παραδοχή ότι ιστορικά το ποδόσφαιρο αποτέλεσε το «μπαλέτο της εργατικής τάξης και των φτωχών», όπως το χαρακτήρισε ο Alf Garnett, τότε η Ομόνοια καθόλου τυχαία έγινε η πόρτα των φτωχόπαιδων της εποχής για να αποκτήσουν την ευκαιρία να παρέμβουν οι ίδιοι στην συγκρότηση του «ελεύθερου τους χρόνου».

Η Ομόνοια ήταν η ευκαιρία για όλους αυτούς που «δεν είχαν φωνή», όχι μόνο να την αποκτήσουν, αλλά και να την δηλώσουν, να την καταγράψουν στον δημόσιο χώρο του κυπριακού αθλητισμού.

Το ποδόσφαιρο ξεκίνησε ως λαϊκό άθλημα, όχι μόνο γιατί το αγαπούν οι λαϊκές μάζες, αλλά γιατί τουλάχιστον ως κάποιο σημείο, μπορούν όλοι να συμμετέχουν. Χωρίς περίπλοκους κανόνες – τουλάχιστον αρχικά – το ποδόσφαιρο μπορεί να παιχτεί σε οποιαδήποτε αλάνα – χωράφι της γειτονιάς. Στην αρχική του μορφή, το ποδόσφαιρο δεν υψώνει, αντίθετα αποβάλλει τους κοινωνικούς διαχωρισμούς. Η απόλυτη έκφραση της δημοκρατικότητας του ποδοσφαίρου εκφράστηκε στην Ομόνοια.

Απέναντι από την Ομόνοια και το ποδόσφαιρό της εκφράστηκαν ακόμα (σε μορφή καρικατούρας ίσως) και όλες οι κοινωνικές και πολιτικές αντιθέσεις του τόπου και των συνθηκών που την γέννησαν. Ενώ στην πορεία της και κυρίως εξαιτίας των μοναδικών της επιτυχιών, ήταν αυτή η ομάδα με τον λαό της που εξέφρασαν στο πλαίσιο του κυπριακού ποδοσφαίρου και όχι μόνο, μια σειρά από ανθρώπινες αξίες που είναι αδύνατο να εκφραστούν στα άλλα πεδία της ζωής των λαϊκών στρωμάτων.

Το γεμάτο γήπεδο που παίζει η Ομόνοια, τα συνεχόμενα ρεκόρ εισιτηρίων – ακόμα και στις πιο δύσκολες, αρνητικές περιόδους της ιστορίας της – ήταν και παραμένουν η υλοποίηση της δυνατότητας αυτής της «σιωπηλής πλειοψηφίας» να εκφράσει δημόσια τις αξίες και τις συγκινησιακές συμπεριφορές που ίσως σε καμιά περίπτωση της καθημερινότητας δεν μπορεί να πράξει.

Επομένως ο λαός της Ομόνοιας δεν περιγράφεται τυχαία ως ο δωδέκατος της παίχτης και ούτε τυχαία είναι η (για άλλους) παρανοϊκή αφοσίωση που διατηρεί στην ομάδα του. Είναι ακριβώς το μέγεθος και η αφοσίωση του λαού που μετατρέπει την ίδια την Ομόνοια σε ένα αξεπέραστο κοινωνικό φαινόμενο στο κυπριακό πλαίσιο.

Η συμβολική, αλλά και γεμάτη ουσία πράξη της 24ης Φεβρουαρίου 2001, είναι μια στιγμή πάνω στην οποία μπορούν να οικοδομηθούν πολλά. Είναι μια μέρα που θα πρέπει να καθιερωθεί με ολόκληρη της την ουσία.

Nίκος Μούδουρος
26.2.2021