Δυο Γερμανοί, μονοπώλησαν το ενδιαφέρον από τη μέρα που έλυσε το συμβόλαιο του ο Πάμπος Χριστοδούλου. Πρώτα ο Τζο Τσινμπάουερ και μετά ο Ντιρκ Σούστερ. Έπεσαν κι άλλα ονόματα στο τραπέζι, τα περισσότερα είδαν το φως της δημοσιότητας, όμως τα μέλη της τριμελούς επιτροπής έμοιαζαν από την αρχή “κλειδωμένοι” στην γερμανική αγορά. Το γερμανικό ποδόσφαιρο είναι σαφώς πιο προηγμένο από το κυπριακό και ίσως να θεωρούν πως στην ΟΜΟΝΟΙΑ θα καταφέρουν να κτίσουν ανταγωνιστική ομάδα.
Ίσως από την άλλη, να θεωρούν πως μπορούν να προσδώσουν στοιχεία που για χρόνια λείπουν, όπως η πειθαρχία (τακτική και σε θέματα συμπεριφοράς), οι σωστές διαδικασίες. Οι Γερμανοί γενικώς μας ταιριάζουν και τα παραδείγματα είναι αρκετά, τουλάχιστον όσον αφορά τους ποδοσφαιριστές. Ράουφμαν, Χάμπερ, Γκράιλιχ, Μπράσας, Βέντσελ (o συγκεκριμένος δέχθηκε μάλιστα και πρόταση για να ρθει αυτή την περίοδο στην ομάδα μας όμως αρχικά απάντησε πως δεν μπορεί λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων) είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα “πάντσερ” που όχι μόνο έπαιξαν στην ΟΜΟΝΟΙΑ, αλλά έκαναν και τη διαφορά.
Βέβαια, ο όποιος προπονητής μπορεί να “συγυρίσει” το ποδοσφαιρικό τμήμα, να στελεχώσει σωστά το προπονητικό κέντρο, να φτιάξει καλή ομάδα. Για να καταφέρουμε να γίνουμε ξανά ομάδα που κτυπά πρωτάθλημα και που θα μείνει σε βάθος χρόνου στα ψηλά, χρειάζονται πολλά άλλα που κανένας προπονητής δεν μπορεί να δώσει. Όσο κι αν μας αρέσει η γερμανική αγορά, όσο κι αν χαιρόμαστε όταν κάθονται καλά ονόματα στον πάγκο μας, η ιστορία έχει πλέον αποδείξει πως αν δεν εκσυγχρονίσουμε την δομή του σωματείου και το βοηθήσουμε να προχωρήσει, θα έχουμε πάντα συγκεκριμένο ταβάνι.