Πριν από ακριβώς 40 χρόνια ο στρατηγός Αουγκούστο Πινοσέτ κατέλαβε την εξουσία με τη βία στη Χιλή. Στα 17 χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας χιλιάδες άνθρωποι βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν από το καθεστώς. Μια γυναίκα που την περιέλουσαν με κηροζίνη και της έβαλαν φωτιά στρατιώτες του Πινοσέτ επέζησε και διηγείται σήμερα, στην επέτειο του πραξικοπήματος, την ιστορία της.
Η Κάρμεν Κιντάνα δεν θα ξεχάσει ποτέ την ημέρα που την έκαψαν στρατιώτες της χούντας, στη διάρκεια μιας αντικυβερνητικής διαδήλωσης. Ηταν 2 Ιουλίου του 1986, η πρώτη από δύο ημέρες εθνικής απεργίας στη Χιλή. Η 18χρονη Κάρμεν ήταν μια σοβαρή φοιτήτρια που είχε μεγαλώσει σε αριστερή οικογένεια. Τώρα, στα 45 της, παντρεμένη με δύο κόρες στον Καναδά, διηγείται με βραχνή φωνή τη φρίκη του παρελθόντος. Εκείνη την ημέρα οι στρατιώτες έπιασαν μόνο εκείνη και έναν φίλο της, τον 19χρονο φοιτητή Ροντρίγκο Ρόχας Ντενέγκρι. Οι υπόλοιποι από την ομάδα τους το έβαλαν στα πόδια και ξέφυγαν.
«Αρπαξαν πρώτο τον Ροντρίγκο και τον έριξαν κάτω. Αρχισαν να τον κλωτσάνε. Εμένα με έστησαν σε έναν τοίχο, και με έψαξαν. Εβλεπα τον Ροντρίγκο πεσμένο στον δρόμο να αιμορραγεί. Με ρώτησαν άγρια “τι έκανες εκεί, πού πήγαινες;”. Τους είπα: “Στο πανεπιστήμιο, να μελετήσω”. Με έβρισαν και με χτύπησαν με το κοντάκι από τα πυροβόλα τους. Αρχισα να κλαίω» λέει η Κάρμεν. Επειτα από λίγο εμφανίστηκε μια άλλη ομάδα στρατιωτών. Κρατούσαν ένα-δύο λάστιχα αυτοκινήτου και ένα μπουκάλι με κηροζίνη. Ενας από τους αξιωματικούς πήρε το μπουκάλι της κηροζίνης και άρχισε να περιλούζει την Κάρμεν, από την κορφή ως τα νύχια. Εκανε τα ίδια στον Ροντρίγκο. «Μας έριχνε την κηροζίνη σαν να πότιζε φυτά» λέει η Κάρμεν. «Ξαφνικά ένας από τους στρατιώτες πέταξε κάτι κοντά μας, σαν βόμβα Μολότοφ. Οταν έπεσε κάτω έγινε η έκρηξη και εμείς πήραμε φωτιά σαν ανθρώπινες λαμπάδες…».
Οι φλόγες τύλιξαν γρήγορα τα μαλλιά και τα ρούχα της Κάρμεν. Επεσε κάτω προσπαθώντας απεγνωσμένα να σβήσει τη φωτιά. Προτού χάσει τις αισθήσεις της ένιωσε κάποιον να τυλίγει με μια κουβέρτα το καμένο σώμα της και μετά να τη σηκώνει και να τη ρίχνει στην καρότσα ενός μικρού φορτηγού. Οταν ξύπνησε, καμιά ώρα αργότερα, ήταν ξαπλωμένη σε ένα χαντάκι, κοντά στον αυτοκινητόδρομο. Ηταν και ο Ροντρίγκο εκεί. «Ημουν τόσο τρομοκρατημένη που έμεινα ακίνητη εκεί κάνοντας ότι είμαι πεθαμένη. Δεν τολμούσα να κουνηθώ» λέει. Το πρόσωπό της και τα χέρια της ήταν μαύρα και είχαν αρχίσει να ξεφλουδίζουν. Πονούσε αφάνταστα. Τους βρήκε τελικά η αστυνομία και τους πήγε στο νοσοκομείο. Η Κάρμεν είχε εγκαύματα δευτέρου και τρίτου βαθμού στα δύο τρίτα του σώματός της. Ηταν σε κώμα για εβδομάδες. Ο Ροντρίγκο πέθανε λίγες ημέρες αργότερα.
Η Κάρμεν πέρασε τους πρώτους μήνες στο νοσοκομείο στη Χιλή και μετά μετακόμισε με την οικογένειά της στον Καναδά, όπου συνέχισε τις οδυνηρές αναπλαστικές επεμβάσεις στο πρόσωπο και στο σώμα της. Μόνο τον πρώτο χρόνο έκανε περισσότερες από 40 ξεχωριστές εγχειρήσεις. Ανέκτησε σταδιακά τη χρήση των χεριών και των ποδιών της αλλά έχει χάσει την ακοή στο δεξί αφτί. Λέει, σχεδόν χαρούμενα, ότι το πρόσωπό της έχει «ξαναπάρει κάτι από το δικό μου χρώμα», αν και είναι ακόμη σημαδεμένη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν η Κάρμεν ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική καταγγέλλοντας το καθεστώς του Πινοσέτ. Μετά το τέλος της χούντας δικαστήριο στη Χιλή της επεδίκασε αποζημίωση 500.000 δολαρίων. Αλλά η Κάρμεν λέει ότι θέλει να δει στο εδώλιο τους βασανιστές της και τους διοικητές τους, οι οποίοι δεν τιμωρήθηκαν ποτέ. «Νιώθω ότι είμαι η φωνή τόσων άλλων Χιλιανών που έχασαν τη ζωή τους» λέει.
tovima.gr