Αν μέχρι τα 30 σου δεν υποστήριζες καμία ομάδα και δεν είχες δει σχεδόν ποτέ στη ζωή σου ποδόσφαιρο, πόσες πιθανότητες θα είχες να γίνεις φανατικός οπαδός στην πορεία; Διάβασε την ιστορία του Άγγλου που προσπάθησε να γίνει φίλαθλος στα 30 για να μάθεις την απάντηση.
“Προς κάθε πιθανό ενδιαφερόμενο,
είμαι κάτοικος της περιοχής σας και ενδιαφέρομαι να γίνω φίλαθλος της ομάδας σας. Υπάρχει κάποια συμβουλή που μπορείτε να μου δώσετε;
Ευχαριστώ,
Μάθιου”
Ο Μάθιου Χάμπλι έστειλε το παραπάνω μέιλ στην Λέιτον Όριεντ, στην Γουέστ Χαμ και στην Άρσεναλ. Ένα χρόνο μετά έγραψε στο Esquire.co.uk το αποτέλεσμα της προσπάθειας του να γίνει φίλαθλος κάποιας ομάδας για πρώτη φορά στα 30 του. Αυτή είναι η ιστορία του:
Όλα ξεκίνησαν με το παραπάνω μέιλ. Έστειλα κάμποσα (αναπάντητα) μέιλ στις ομάδες της περιοχής μου ζητώντας πληροφορίες σχετικά με το γιατί θα έπρεπε να αρχίσω να τις υποστηρίζω. Η Λέιτον Όριεντ βρίσκεται στον από κάτω δρόμο, η Γουέστ Χαμ έχει αγοράσει το γήπεδο δίπλα στο σπίτι μου, ενώ η Άρσεναλ είναι η ομάδα που έχω παρακολουθήσει περισσότερες φορές στη ζωή μου. Είμαι 30 ετών και το γεγονός πως δεν υποστηρίζω καμία ομάδα έχει αρχίσει να μου καταστρέφει τη ζωή.
Κατά τη διάρκεια των Μουντιάλ “κρύβομαι”, ενώ έχω μάθει να μην μιλάω κάθε φορά που έχει κλήρωση Κυπέλλου. Η παρακολούθηση ενός αγώνα μεταξύ δύο ομάδων με κανένα σπουδαιότερο αποτέλεσμα από τη νίκη της μίας και την ήττα της άλλης ομάδας με αφήνει αδιάφορο. Η παντελής άγνοια μου σχετικά με το ποδόσφαιρο έχει ως αποτέλεσμα να πρέπει να προσπαθώ πολύ για να βρω κοινά θέματα συζήτησης με τους φίλους των φίλων μου, με τον πατέρα της εκάστοτε κοπέλας μου αλλά και με αγνώστους στις παμπ. Είναι πού άσχημο να μην έχεις απάντηση στην ερώτηση “τι ομάδα είσαι;”.
Ο πατέρας της πρώην μου ήταν Μίλγουολ και με κοιτούσε μονίμως με μισό μάτι λόγω της αδιαφορίας μου για το ποδόσφαιρο. Θα προτιμούσε να ήμουν άνεργος και να του ζητούσα δανεικά, παρά να μην υποστήριζα ομάδα.
Το μαρτύριο της Δευτέρας στο γραφείο
Πρόσφατα, άλλαξα δουλειά με αποτέλεσμα να διογκωθεί το πρόβλημά μου. Η μοναδική σχεδόν κουβέντα των συναδέλφων μου είναι το ποδόσφαιρο. Συνάδελφοι όλων των ηλικιών και όλων των πόστων περιμένουν πως και πως την Δευτέρα για να σχολιάσουν τι συνέβη στο πρωτάθλημα το σαββατοκύριακο.
“Το ποδόσφαιρο είναι μια παγκόσμια γλώσσα”. Δυστυχώς για μένα το προαναφερθέν κλισέ ισχύει και με το παραπάνω. Αν δεν έπαιζα γκολφ ή δεν κάπνιζα δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Το να μην ξέρω, όμως, πώς λέγεται το γήπεδο της Μίλαν με κάνει να χάνω ευκαιρίες για κουβέντα. Οπότε, αποφάσισα να μην συμβιβαστώ με την μοίρα μου και να αρχίσω να υποστηρίζω μια ομάδα, ακόμα και στα 30 μου.
“Κι αν δεν δεν είναι δικό μου πρόβλημα, αλλά πρόβλημα όλων των άλλων;” Παρότι αποφάσισα να γίνω ποδοσφαιρόφιλος η παραπάνω σκέψη δεν έπαψε να με βασανίζει. Έτσι απευθύνθηκα στον Τζον Γουίλιαμς, αθλητικό κοινωνιολόγο για να μου δώσει την δική του εκδοχή ως πιο ειδικός. “Οι άντρες θα πρέπει να διευρύνουν τους ορίζοντες τους και τα θέματα συζήτησής τους. Παρόλα αυτά, συζητήσεις πάνω στα προβλήματα του Αρσέν Βενγκέρ ή σχετικά με το κατά πόσο θα πετύχει ο Κλοπ στο Άνφιλντ, μπορούν να είναι εξίσου ουσιαστικές και βαθείς με μια συζήτηση σχετικά με την ζωγραφική και την λογοτεχνία”.
Όποιος δεν βλέπει μπάλα είναι γκέι;
“Το να παρακολουθείς ποδόσφαιρο βοηθάει στην διαμόρφωση συλλογικής ταυτότητας, αφού ανήκεις σε κάτι σταθερό και με διάρκεια. Επίσης, το να μην παρακολουθεί ένας άνδρας αθλητισμό δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με την αρρενωπότητά του. Αντιστοίχως, δημιουργούνται ερωτήματα σχετικά με την σεξουαλικότητα μιας γυναίκας σε περίπτωση που παρακολουθεί σπορ”, συμπληρώνει ο Γουίλιαμς.
Άρα δεν έχω μόνο αποκλειστεί κοινωνικά αλλά ελλοχεύει ο κίνδυνος να αμφισβητηθούν και οι σεξουαλικές μου προτιμήσεις. Περίφημα! Πρέπει να βρω ομάδα επειγόντως, αλλά δεν ξέρω από πού να ξεκινήσω.
“Παρακολούθησε μερικά παιχνίδια” με συμβούλεψε ο Ντέιβιντ Μπάρμπερ, ιστορικός της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας. Αποφάσισα να απευθυνθώ σε αυτόν, γιατί έχει παρακολουθήσει από κοντά πάνω από 6.500 ματς στην ζωή του, με αποτέλεσμα να του έχει αποδοθεί το παρατσούκλι “The Superfan”. Υπάρχει ακόμα ένας λόγος που μίλησα στον Μπάρμπερ. Όπως και εγώ έτσι και εκείνος δεν υποστηρίζει καμία ομάδα. “Μου αρέσει να παρακολουθώ όλες τις ομάδες. Αγαπώ το ποδόσφαιρο συνολικά και όχι κάποιον συγκεκριμένο σύλλογο”.
Πώς μπορώ να αγαπήσω κάτι το οποίο δεν αγάπησα από την αρχή; Δεν μισώ το ποδόσφαιρο, αλλά ποτέ δεν του δίναμε ιδιαίτερη προσοχή στο πατρικό μου. Ο πατέρας μου έβλεπε μπάλα μόνο στα διεθνή τουρνουά και με θυμάμαι να βλέπω μαζί του μερικούς αγώνες από το Μουντιάλ της Ιταλία του 1990 όταν ήμουν ακόμα 6 ετών. Παρόλα αυτά, δεν συνέχισα να παρακολουθώ ποδόσφαιρο. Ήμουν εξίσου άσχετος στο να παίζω μπάλα, ενώ δεν είχα πάει ποτέ στο γήπεδο όταν ήμουν μικρός. “Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα για χαζούς”, έλεγε ο πατέρας μου και εγώ για χρόνια συμφωνούσα μαζί του.
Όταν ήμουν μικρός δεν ήξερα ούτε για τα περιστατικά βίας που σχετίζονται με το αγγλικό ποδόσφαιρο. Όταν, όμως, άρχισαν οι φτηνές πτήσεις εντός Ευρώπης και η τηλεόραση άρχισε να καλύπτει τα πάντα, είδα διάφορα από τα κατορθώματα των “καλόπαιδων” μας διεθνώς. Είδα Βρετανούς να πλακώνονται σε πλατείες του Μιλάνου, του Μονάχου και της Κωνσταντινούπολης. Όλα αυτά συνέβαλαν στο να πιστεύω πως το ποδόσφαιρο είχε να κάνει με άντρες που φώναζαν βλέποντας ματς σε παμπ και με καβγάδες στο δρόμο. Άσε που πίστευα πως αν πήγαινα γήπεδο θα έτρωγα ξύλο. Έτσι, κατέληξα από τη μία να φοβάμαι και από την άλλη να σνομπάρω το ποδόσφαιρο.
Η πρώτη φορά στο γήπεδο
Πρώτη φορά πήγα στο γήπεδο στα 18 μου. Ένα μελαγχολικό Σάββατο πήγαμε τέσσερα άτομα για να παρακολουθήσουμε ένα παιχνίδι της Κρου. Η Κρου κέρδισε 2-1 την Μπρέντφορντ, αλλά για μένα ήταν αρκετά δύσκολο να παρακολουθήσω το τι συνέβαινε στο γήπεδο. Με θυμάμαι να ανησυχώ σχετικά με το τι έπρεπε να φορέσω. Τζιν ή φόρμα; Μπορούσα να φορέσω καπέλο; Το μόνο που θυμάμαι από εκείνο το ματς είναι ένας καραφλός τύπος, του οποίου ο λαιμός έκανε δίπλες από το πάχος και έβριζε τους πάντες.
“Οι οπαδοί ποδοσφαιρικών ομάδων δεν έχουν καλή φήμη”, λέει ο Μπάρμπερ, “και ήταν αρκετά βίαιοι στο παρελθόν, κάτι που έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Ακούγεται κλισέ, αλλά το ποδόσφαιρο είναι μια παγκόσμια γλώσσα”.
Να τη πάλη η “καταραμένη” φράση. “Το ποδόσφαιρο για μερικούς ανθρώπους είναι ο μοναδικός λόγος για να νιώθουν ότι ανήκουν σε μια χώρα, αλλά και ο μοναδικός τρόπος για να κοινωνικοποιηθούν”. Δεν έχει άδικο ο Μπάρμπερ. Έχω δει περισσότερους καβγάδες σε παμπ που δούλευα για χρόνια, παρά στο γήπεδο. Αν θες να βρεις βία, μπορείς να την βρεις παντού.
Η εμπειρία του Έμιρεϊτς
Έχω έναν φίλο με διαρκείας της Άρσεναλ που μου είχε προτείνει να δούμε την Άρσεναλ σε έναν αγώνα του FA Cup κόντρα στην Κόβεντρι. Μου έλεγαν πως αν υπάρχει κάποιος τρόπος να αγαπήσω το ποδόσφαιρο, αυτός θα ήταν παρακολουθώντας τους καλύτερους ή έστω κάποιους από τους καλύτερους, σύμφωνα με τον βαθμολογικό πίνακα. Ήταν η πρώτη φορά που έμπαινα σε γήπεδο της Premier League. Πήρα μια μπίρα και κάθισα στην κερκίδα μου. Όσο αδιάφορο και να σου είναι το ποδόσφαιρο, το Έμιρεϊτς είναι εντυπωσιακό.
Μπορεί να μην μου σηκώθηκε η τρίχα καθώς κατέβαινα τα σκαλιά της θύρας για να πάω στην θέση μου, ωστόσο το μέγεθος και μόνο του γηπέδου με εντυπωσίασε. Μου έδινε την αίσθηση ότι επρόκειτο να συμβεί κάτι σπουδαίο και θυμήθηκα αυτό που μου είπε ο Τζον Γουίλιαμς, ότι το ποδόσφαιρο σε κάνει να νιώθεις πως ανήκεις σε κάτι μεγάλο με διάρκεια. Κάθισε στην τρίτη σειρά από τον αγωνιστικό χώρο. Ήμουν τόσο κοντά που μπορούσα να μυρίσω το γρασίδι και παρακολούθησα την Άρσεναλ να βάζει 4 γκολ στην Κόβεντρι μέσα στην βροχή.
Για να πω την αλήθεια, όπως στο Μπρέντφορντ-Κρου έτσι και σε αυτό το ματς, δεν κατάλαβα Χριστό από το τι συνέβαινε στον αγωνιστικό χώρο. Γύρω μου άνθρωποι φώναζαν στους παίκτες και τους επευφημούσαν για αυτά που έκαναν μέσα στο γήπεδο. Βέβαια, εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω τι διαφορετικό έκαναν κάθε φορά. Μετά άρχισαν τα τραγούδια. Οι φίλοι της Άρσεναλ άρχισαν να τραγουδούν το όνομα του μέσου τους, Σάντι Καθόρλα στον ρυθμό του “Seven Natuion Amry”.“Ωωωωωωωωωωωω Σάντι Καθόρλααααααααα, ωωωωωωωωωωωω Σάντι Καθόρλαααααααα”.
Παρόλο που η ατμόσφαιρα ήταν τρομερή και η ομάδα που “υποστήριζα” έβαλε 4 γκολ, έφυγα νιώθοντας αποστασιοποιημένος από όλα αυτά. Ένιωθα σαν να είχα πάει στον γάμο ενός αγνώστου. Ήμουν χαρούμενος για τους παίκτες και τους φιλάθλους της Άρσεναλ, αλλά εμένα δεν με είχε αγγίξει όλο αυτό. Ντρέπομαι κάθε φορά που προσπαθώ να πανηγυρίσω ένα γκολ, ακόμα και αν πρόκειται για την εθνική Αγγλίας. Ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να πηδήξω από την θέση μου πανηγυρίζοντας και να αγκαλιάσω τον διπλανό μου. Ακόμα και όταν κερδίσαμε (Αγγλία) το παγκόσμιο Κύπελλο στο ράγκμπι, δεν ούρλιαξα. Ούτε καν φώναξα. Έμεινα στη θέση μου, παρακολουθώντας με δέος και όντας ενδόμυχα εντυπωσιασμένος.
“Βρε λες να γίνω Λίβερπουλ”;
Η πιο κοντινή μου ποδοσφαιρική εμπειρία με αυτή της κατάκτησης του παγκοσμίου του ράγκμπι ήταν η παρακολούθηση του τελικού του Champions League του 2005, όπου η Λίβερπουλ κατάφερε να πάρει το κύπελλο αν και έχανε 3-0. Είχα ακούσει για το μεγαλείο της Λίβερπουλ και για τη δύσκολη κατάσταση που βρίσκεται τα τελευταία χρόνια. Ένιωθα πως η Λίβερπουλ ήταν το αουτσάιντερ και αυτό με έκανε να την συμπαθήσω.
Όσο παρακολουθούσαμε τον τελικό της Κωνσταντινούπολης, οι φίλοι μου γνώριζαν πως δεν υποστήριζα καμία ομάδα και δεν ήθελα να προσποιηθώ ότι πανηγύριζα, αλλά μόλις μπήκε το δεύτερο γκολ της Λίβερπουλ φώναξα δυνατά, εντυπωσιασμένος από το comeback της ομάδας. Επρόκειτο για ένα δραματικό παραμύθι που πήρε σάρκα και οστά, με νικήτρια στο τέλος μια αγγλική ομάδα. Χοροπηδούσα από την χαρά μου στην λήξη του αγώνα και γυρίζοντας στο σπίτι είδα όλες τις φάσεις ξανά στις ειδήσεις, μην έχοντας καταφέρει ακόμα να πιστέψω τι είχε συμβεί. Ήταν απίστευτο το συναίσθημα. Μήπως τελικά μπορούσα να γίνω οπαδός της Λίβερπουλ;
“Ναι, θα γινόμουν Λίβερπουλ αν ήμουν στη θέση σου”, μου είπε ένας φίλος μου και οπαδός της Πόρτσμουθ. “Γεννήθηκα στο Πόρτσμουθ και έχω μείνει εκεί για όλη μου τη ζωή. Ακόμα και αν η ομάδα είναι σκατά, συνεχίζω να την υποστηρίζω. Πάντα πρέπει να υπάρχει ένας λόγος για να υποστηρίζεις μια ομάδα”.
Αυτό το συναίσθημα είχαν όλοι όσοι μίλησα εκτός από τον Ριτς Ινς, έναν αθλητικογράφο της “Daily Mirror”. Ειδικεύεται στο να χρησιμοποιεί στατιστικά για να καταρρίπτει μύθους και παγιωμένες απόψεις σχετικά με παίκτες και ομάδες. Όταν του ζήτησα να με συμβουλέψει ποια ομάδα να υποστηρίξω μου είπε: “Η ιδανική απάντηση θα ήταν: υποστηρίζω την x ομάδα, στης οποίας το γήπεδο με πήγαινε ο μπαμπάς μου από όταν ήμουν μικρός. Στον πατέρα μου αρέσει το ράγκμπι, ενώ εγώ από όταν άρχισα να πηγαίνω σχολείο αγαπώ το ποδόσφαιρο. Δεν σημαίνει πάντα κάτι η επιλογή του πατέρας μας”.
Η Working FC
Μπορώ να θυμηθώ μόνο ένα περιστατικό σχετικά με την “Working FC” που σχετίζεται με την παιδική μου ηλικία. Το 1991, όταν ήμουν 7 χρονών, η Working νίκησε την Γουέστ Μπρομ για τον τρίτο γύρο του FA Cup. Θυμάμαι πάνω από 5.000 οπαδούς να έρχονται στο γήπεδο με λεωφορεία. Αν και η ομάδα έχανε 1-0, κέρδισε 4-2, χάρη σε ένα χατ-τρικ του Tim Buzaglo, που εκείνη την περίοδο εργαζόταν ως κτηματομεσίτης. Στον 4ο γύρο έπαιξαν με την Έβερτον, από την οποία έχασαν 1-0 σε ένα πολύ δυνατό ματς. Είχα κάτω από την “μύτη” μου μια ομάδα με ιστορία, αγωνιστικό πνεύμα και φιλοδοξία. Ίσως αυτό ήταν το κατάλληλο μέρος για να μπορέσω να αγαπήσω το ποδόσφαιρο.
(Ο Tim Buzaglo)
“Αυτή η ομάδα είναι σαν μια μεγάλη οικογένεια για όλους μας”, δηλώνει ο Μάλκολμ Τζόμπλινγκ, οδηγός φορτηγού και υπεύθυνος για τις εμφανίσεις της Working. Βρίσκεται στην ομάδα από το 2002 και είναι υπεύθυνος να διασφαλίζει πως κάθε παίκτης έχει καθαρή εμφάνιση να φορέσει, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που βάζει λεφτά και από την τσέπη του. Μετά από ένα πρόσφατο εκτός έδρας παιχνίδι με την Γκρίμσμπι ήταν ξύπνιος μέχρι τις 5 το πρωί και έπλενε φανέλες.
“Είμαστε μια κοινότητα και μας αρέσει να δουλεύουμε για την ομάδα. Είναι πολύ σημαντικό για έναν οπαδό να ξέρει ότι μπορεί να βοηθήσει την ομάδα που αγαπάει. Αν τραγουδάς συνθήματα για την ομάδα σου, είναι σαν να παίζει με ένα παίκτη παραπάνω”. Σχετικά με τι δική μου περίπτωση λέει: “δεν είναι ποτέ αργά να αρχίσεις να υποστηρίζεις μια ομάδα. Μπορείς να έρθεις στο γήπεδο και να περάσεις πολύ ωραία. Εξαρτάται, βέβαια, και από το πώς θα παίξει η ομάδα. Αν κερδίσουμε με 3-4 γκολ διαφορά θα χαρείς και θα πιστεύεις ότι έχεις κάνει την σωστή επιλογή. Αν, όμως, γίνει ένα βαρετό παιχνίδι, μπορεί να μην εντυπωσιαστείς. Για αυτό σου προτείνω να δώσεις μια ευκαιρία και να έρθεις να παρακολουθήσεις μερικά παιχνίδια”.
Μετά από την κουβέντα μου με τον Τζόμπλινγκ, ο Τζον Μουρ, υπεύθυνος του γραφείου τύπου της ομάδας μου έκανε μία ξενάγηση στο γήπεδο. Έμαθα για τον Τζέοφ Τσαπλ, πρώην προπονητή της ομάδας κάτω από τις οδηγίες του οποίου η ομάδα έζησε μεγάλες στιγμές. Έμαθα για τον Τζουζέπε Σόλε, τον επιθετικό αστέρι της ομάδας και για τα σχέδια για επέκταση του γηπέδου από την νέα σεζόν. Συνάντησα τον πρόεδρο και παλαίμαχους παίκτες. Με κάλεσαν για φαγητό πριν το ματς και μου έδωσαν χρηστικές οδηγίες για το που έπρεπε να κάτσω αν ήθελα να φωνάξω συνθήματα κατά τη διάρκεια του αγώνα.
(Ο Σόλε)
Όλοι όσοι συνάντησα από την Working FC ήταν φιλικοί και παθιασμένοι με την ομάδα. Τον σύλλογο υποστηρίζουν οικογένειες και κάθε λογής άνθρωποι. Μέχρι και ένας 70χρονος φυσιοθεραπευτής που δεν σκοπεύει να συνταξιοδοτηθεί σύντομα. Αν μια ομάδα είναι η ζωή σου, ο χώρος που κοινωνικοποιείσαι, περνάς την ώρα σου, ξοδεύεις τα λεφτά σου, η απόδοση αυτής της ομάδας είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή σου. Προφανώς θα χαλιέσαι και θα “κράζεις” τους παίκτες όταν δεν παίζουν καλά, ενώ θα πετάς στα ουράνια κάθε φορά που κερδίζουν.
Στις 15:00 ήμουν στο “Leslie Gosden Stand”, το οποίο πήρε το όνομά του από έναν παλιότερο πρόεδρο της ομάδας και παρακολούθησα την νίκη της Working επί της Braintree με ένα γκολ στο πρώτο ημίχρονο, το οποίο δεν κατάφερα να δω, αφού 1.600 άτομα άρχισαν να πανηγυρίζουν σαν τρελά. Από όσο μου επιτρέπει η εμπειρία μου, μπορώ να πω ότι ο αγώνας ήταν διασκεδαστικός. Για να πω την αλήθεια προς το τέλος βαρέθηκα λίγο, αλλά όπως και να έχει ένιωσα κάτι.
Θα ήθελα πολύ να σας πω ότι από τότε ερωτεύτηκα την ομάδα και δεν έχω χάσει ούτε ένα παιχνίδι της, αλλά θα έλεγα ψέματα. Θα ήταν επιπόλαιο να πω ότι είμαι οπαδός της Working FC μετά την παρακολούθηση ενός μόλις αγώνα, αλλά μαθαίνω τα νέα τους. Πήγα ξανά στο Έμιρειτς. Παρακολούθησα την Άρσεναλ κόντρα στην Νιούκαστλ, ενώ καθόμουν δίπλα σε μια δημοσιογράφο μόδας που έχει σπουδάσει στην Οξφόρδη και ήταν φανατική οπαδός των “κανονιέρηδων”. Τρόμαξα και εντυπωσιάστηκα στο ίδιο επίπεδο όσο την παρακολουθούσα να βρίζει σαν νταλικιέρης, παρόλο που η Άρσεναλ έβαλε 3 γκολ. Παρακολούθησα και ένα 1-1 της ομάδας κόντρα στην Μάντσεστερ Σίτι.
Ήμουν πολύ τυχερός να έχω ένα φίλο που μου έδινε το διαρκείας του στο Έμιρεϊτς, αφού η Άρσεναλ έχει τα πιο ακριβά εισιτήρια στην Premier League. Είναι πολύ ακριβό χόμπι να παρακολουθείς την ομάδα σου στο γήπεδο. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός πως ποδόσφαιρο και twitter είναι άρρηκτα συνδεδεμένα. Δεν χρειάζεται καν να πας στην παμπ ή στο γήπεδο για να συμμετέχεις σε μια ποδοσφαιρική συζήτηση. Επίσης, αναρωτιέμαι το κατά πόσο μπορώ να θεωρούμε φίλαθλος μιας ομάδας χωρίς να βλέπω συνεχώς τα παιχνίδια της.
“Η εμπειρία μου λέει πως αρκετοί παραδοσιακοί οπαδοί παρακολουθούν όλα τα ματς της ομάδας τους”, λέει ο Γουίλιαμς, ο αθλητικός κοινωνιολόγος. “Αυτό σημαίνει πως τα χαρακτηριστικά των οπαδών των παλιότερων εποχών όπως η αγριάδα, το χιούμορ, το πάθος και το βρίσιμο παραμένουν και σήμερα, απλώς έχουν ισορροπήσει λίγο. Έχουν διευρυνθεί, επίσης, οι τρόποι υποστήριξης μιας ομάδας. Πλέον μόνο μια ελίτ οπαδών καταφέρνει να πάει στο γήπεδο. Οι μικρές ομάδες βασίζονται ακόμα στο τοπικό κοινό τόσο για την υποστήριξη όσο και για τα οικονομικά τους”. Παίρνω αυτή την απάντηση σαν “ναι” στο κατά πόσο θεωρούμε φίλαθλος μιας ομάδας χωρίς να παρακολουθώ συνεχώς τα παιχνίδια της.
Την Δευτέρα μετά το ματς της Working, πήγα στη δουλειά, κάθισα στο γραφείο μου και περίμενα. Άνοιξαν τα pc, οι συνάδελφοι άρχισαν να χαιρετιούνται και αφού καταλάγιασε η βαβούρα και η ατμόσφαιρα ήταν κατάλληλη για κουβέντα, ο διπλανός μου με ρώτησε:
-Έκανες τίποτα ιδιαίτερο αυτό το σαββατοκύριακο;
-Μπα, πήγα μωρέ γήπεδο το Σάββατο…
Πηγή: Contra.gr